πρὸς τὸν οὐρανόν

  • 11ЕЛИСЕЙ — [евр. , греч. Ελισαιε, ᾿Ελισαῖος, ᾿Ελισσαῖος], ветхозаветный прор. IX в. до Р. Х. (пам. 14 июня и в Соборе Синайских преподобных). Был учеником и преемником прор. Илии. Имя Елисей переводится как «Бог спасение» или «Бог спасает». Сведения о жизни …

    Православная энциклопедия

  • 12Fass ohne Boden — Pi Inhaltsverzeichnis 1 πάθει μάθος 2 Παθήματα μαθήματα …

    Deutsch Wikipedia

  • 13ποιώ — (I) ποιῶ, έω, ΝΜΑ, αιολ. τ. πόημι, δωρ. τ. ποιFέω, αττ. τ. ποῶ, Α 1. δημιουργώ, δίνω ύπαρξη σε κάτι (α. «ὁ πάλαι ἐξ οὐδενὸς ποιήσας τὰ σύμπαντα», Μηναί. β. «ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν», ΠΔ γ. «χρύσεον μὲν πρώτιστα γένος… …

    Dictionary of Greek

  • 14πετάννυμι — και πεταννύω, ΜΑ 1. απλώνω, ανοίγω, εκτείνω (α. «εἵματα... πέτασαν παρὰ θῑν ἁλός», Ομ. Οδ. β. «ὁ ἄνθρωπος τὰς χεῑρας πετάσας», Πορφ.) 2. θρησκ. υψώνω τα χέρια σε στάση ικεσίας 3. υψώνω το βλέμμα προς τον ουρανό («εἰς τὸν οὐρανὸν πετάσας τὸ ὄμμα… …

    Dictionary of Greek

  • 15πυκνώνω — πυκνῶ, όω, ΝΜΑ [πυκνός] 1. καθιστώ κάτι πυκνό, προκαλώ μεγάλη προσέγγιση τών συστατικών, συμπυκνώνω («ὁ ἀτμὸς πυκνοῡται καὶ σταγόνες ἀποπίπτουσι», Ιπποκρ.) 2. (σχετικά με πολλά και χωρισμένα μεταξύ τους πράγματα) φέρνω πολύ κοντά, συνωθώ (α.… …

    Dictionary of Greek

  • 16ЕСФИРИ КНИГА — [евр. , ], название канонической книги ВЗ, входящей в раздел исторических книг (в евр. традиции в разд. «Писания»). Текст и древние переводы Древнееврейский текст Е. к. дошел в большем количестве списков, «чем любая другая часть Ветхого Завета»… …

    Православная энциклопедия

  • 17πάθος — Κάθε πάθηση του οργανισμού. Λέγεται επίσης κάθε πάθημα, συμφορά, περιπέτεια αλλά και κάθε ακατανίκητη επιθυμία, ορμή, σαρκική ακράτεια. Στην Ψυχολογία π. λέγεται η συνεχής διάθεση ενός ανθρώπου για την επικράτηση κάποιας επιθυμίας του. Στην Τέχνη …

    Dictionary of Greek

  • 18In principio — Die lateinische Formulierung in principio bedeutet „am Anfang“ oder „im Anfang“. Ihre kulturgeschichtliche Bedeutung bekam die kleine Phrase dadurch, dass die verbreitetste lateinische Bibelübersetzung, die Vulgata, damit beginnt. Der Bericht von …

    Deutsch Wikipedia

  • 19λιτανεία — Ικετήρια πομπή της χριστιανικής θρησκείας, κατά την οποία γίνεται περιφορά ορισμένης εικόνας στην ενορία, ή και πέρα από την περιοχή της, που αποβλέπει στην κατάπαυση, με θεϊκή επέμβαση, δημόσιων κακών που οφείλονται –όπως πιστεύουν όσοι μετέχουν …

    Dictionary of Greek

  • 20вверх не плюй: себя побереги — Ср. Ουδείς έπτυσε ν εις τον ουρανόν, ως μη το πτύσμα προς το αυτού καταπεσειν πρόσωπον. Никто не плюет на небо, без того, чтоб плевок не упал ему самому в лицо. ? См. выше носу плюнешь, себя заплюнешь. См. выше своего носа не прыгнешь …

    Большой толково-фразеологический словарь Михельсона