ὥρων
1Ὡρῶν — Ὥρα fem gen pl Ὡρῶν , Ὧραι fem gen pl …
2ὠρῶν — ὤρα care fem gen pl ὠ̱ρῶν , ὦρος sleep neut gen pl (attic epic doric) ὠρέω pres part act masc nom sg (attic epic doric) …
3ὡρῶν — ὥρα sura. fem gen pl …
4Ὤρων — Ὦρον neut gen pl Ὦρος masc gen pl …
5ὤρων — ἄρων , ἄρον cuckoo pint neut gen pl ἄ̱ρων , ἀρόω plough imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἄ̱ρων , ἀρόω plough imperf ind act 1st sg (doric aeolic) …
6Ὥρων — Ὧρος masc gen pl …
7ὥρων — ὁράω Inscr. destombeaux des rois imperf ind act 3rd pl ὁράω Inscr. destombeaux des rois imperf ind act 1st sg ὥ̱ρων , ὧρος a year masc gen pl …
8Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …
9αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… …
10αεροπλάνο — Αεροσκάφος βαρύτερο από τον αέρα, που διατηρείται σε πτήση χάρη στην αεροδυναμική δράση που ασκείται πάνω στις πτέρυγές του, εξαιτίας της ταχύτητας που τού προσδίδει το σύστημα προώθησης. Υπάρχουν πολλοί τύποι επιβατικών, μεταφορικών και… …