ὕδρα

  • 71Λυσιμαχείας, λίμνη — Λίμνη (14 τ. χλμ.) του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται Ν του Αγρινίου και Δ της λίμνης Τριχωνίδας, με την οποία συγκοινωνεί με ένα μεγάλο κανάλι. Κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Ύδρα, ενώ σήμερα είναι γνωστή και με την ονομασία λίμνη του… …

    Dictionary of Greek

  • 72Μέξης — Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών της Επανάστασης με καταγωγή από την Ήπειρο. Κυριότερα μέλη τα υπήρξαν οι: 1. Θεόδωρος (19ος αι.). Ήταν ο πρωτότοκος γιος του Χατζηγιάννη (βλ. 4). Σύζυγός του ήταν η κόρη του ναύαρχου Γ. Ανδρούτσου. Συμμετείχε σε… …

    Dictionary of Greek

  • 73Μουσείο Μπενάκη — Το Μ.Μ. μετά από εργασίες που διήρκεσαν επτά περίπου χρόνια, άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό στις 7 Iουνίου 2000. Tο στεγασμένο σε ένα από τα επιβλητικότερα νεοκλασικά κτίρια της Aθήνας (Κουμπάρη 1) μουσείο ιδρύθηκε από τον ευπατρίδη Aντώνη… …

    Dictionary of Greek

  • 74Οικονόμου, Αντώνιος — (; – 1821). Υδραίος πλοίαρχος και πρωτεργάτης της Επανάστασης στο νησί του. Λίγο πριν από την έναρξη της Επανάστασης, το μικρό ιστιοφόρο του ναυάγησε έξω από το Γιβραλτάρ και αναγκάστηκε να πάει στην Κωνσταντινούπολη για να βρει πιστωτές και να… …

    Dictionary of Greek

  • 75οφιολατρεία — Η λατρεία των φιδιών αλλά και, γενικότερα, των ερπετών. Το φίδι στη συνείδηση των πρωτόγονων ήταν το πιο μυστηριώδες ζώο. Με την ευκινησία του, παρά το γεγονός ότι δεν είχε πόδια, τους χρωματισμούς του, τα λαμπερά μάτια του και την ικανότητα του… …

    Dictionary of Greek

  • 76Παπάς, Εμμανουήλ — (Δοβίστα 1772 – Ύδρα 1821). Έμπορος και πατριώτης από τη Δοβίστα (σημερινό Παπά) των Σερρών, μέλος της Φιλικής Εταρείας και πρωτεργάτης της επανάστασης της Χαλκιδικής και του Αγίου Όρους κατά το 1821 Στις αρχές ήδη του 19ου αι. έχει αποκτήσει… …

    Dictionary of Greek

  • 77Σπηλιωτόπουλος — Επώνυμο δύο Φιλικών, αδελφών Νικόλαου και Σπυρίδωνα, οι οποίοι κατάγονταν από τη Δημητσάνα και ήταν έμποροι. Μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία από τον Περραιβό στην Ύδρα (1820) και, όταν γύρισαν στη Δημητσάνα, ανοικοδόμησαν τους πυριτιδόμυλους και… …

    Dictionary of Greek

  • 78Τομπάζης — Επώνυμο οικογένειας της Ύδρας, η οποία εγκαταστάθηκε στο νησί το 1668 από τον Βουρλά της Σμύρνης. Πολλά μέλη της διέπρεψαν στο εμπόριο και στη ναυτιλία καθώς και σε ανώτατες διοικητικές θέσεις του νησιού. Το αρχικό επώνυμο της οικογένειας ήταν… …

    Dictionary of Greek

  • 79выдра — животное Lutra vulgaris ; укр. видра, блр. выдра, др. русск. выдра, болг. видра, сербохорв. ви̏дра, словен. vidra, чеш. vydra, слвц. vydra, польск. wydra, в. луж. wudra, н. луж. hudra. Родственно лит. ūdra выдра , др. прусск. wudro, лтш. ûdris,… …

    Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера

  • 80Lernaean Hydra — In Greek mythology, the Lernaean Hydra (Greek: (Audio IPA|Ell Lernaia Ydra.ogg| [ Λερναία Ὕδρα ] ) was an ancient nameless serpent like chthonic water beast that possessed numerous heads the poets mention more heads than the vase painters could… …

    Wikipedia