ὑμάς
61APUA — I. APUA oppid. Liquriae, in THusciae confinio amplum, ad Macram fluv. cuius incolae Apuani Livio. Hodie Pontremoli, teste Iustinianô dicitur. Vide Cluver. Ital. Ant. l. 1. c. 10. Subest magno Duci Hetruriae, qui id redemit ab Hispanis, paucis ab… …
62DEUCALIONES — fuêre quatuor. Unus Minois fil. de quo Pherecydes, pater Idomenei, Homerico carmine incliti. Alter. de quo Hellanicus. Tertius Abantis fil. de quo Aristippus in Arcadicis. Quartus, omnium antiquissimus ex Prometheo Iapeti F. et Pandora natus, ut… …
63SYSTATICAE — in Nov. 6. v. 3. Ne Episcopi ad Principis comitatum accedant, sine systaticis literis: i. e. commendatitiae, dictae sunt, quae Clericis peregrinantibus ab eorum Ordinariis concedi solent, uti legimus apud Domin. Macrum, in Hierolex. Geaece… …
64VICTOR — I. VICTOR Historicus, vide Aurelius Victor. II. VICTOR aliô nomine Claudius, Civilis Batavi e soror nepos, Dux ab aunculo adversus Voculam missus. Tacit. l. 4. Hist. c. 33. III. VICTOR epitheton Iovis, quod omnia vinceret. Huic aedem vovit L.… …
65ένεκα — και ένεκεν (AM ἕνεκα και ἕνεκεν Α και ποιητ. τύπος εἵνεκα και ιων. τύπος εἵνεκεν και εἵνεκε και αιολ. τύπος ἕννεκα και επιγρ. ἕνεκε και ἕνεκον) (πρόθεση) 1. δηλώνει τον λόγο για τον οποίο έγινε κάτι («ένεκα που έβρεχε δεν ξεκινήσαμε», «ένεκα… …
66ανακρεμάννυμι — ἀνακρεμάννυμι (Α) 1. κρεμώ κάτι από κάπου 2. απαγχονίζω 3. κάνω να εξαρτάται, εξαρτώ «ἀνακρεμάσας ὑμᾶς ἀπὸ τῶν ἐλπίδων» 4. παθ. ἀνακρέμαμαι είμαι κρεμασμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + κρεμάννυμι] …
67δέχομαι — (AM δέχομαι Α και δέχνυμαι και δέκομαι) 1. παραλαμβάνω κάτι, παίρνω κάτι που μού προσφέρεται ή μού αποστέλλεται 2. συγκεντρώνω, μαζεύω, χωράει μέσα μου («η φιάλη δεν τό δέχτηκε όλο το νερό», «ὀπὸν κάδοις δέχομαι») 3. ανέχομαι, υπομένω («δεν… …
68δαψιλεύω — (AM δαψιλεύομαι) παρέχω, χορηγώ άφθονα αρχ. μσν. παθ. σπαταλιέμαι αρχ. 1. έχω πληθώρα ή αφθονία («ἀγέλαις ἐλεφάντων ἡ Λιβύη δαψιλεύεται») 2. αδημονώ, είμαι ανήσυχος για κάποιον («ἐδαψιλεύσατο δι ὑμᾱς). [ΕΤΥΜΟΛ. < δαψιλής ή δαψιλός] …
69δεύτε — δεῡτε επίρρ. (AM) 1. εδώ, προς τα εδώ, εμπρός! (με προστ., «δεῡτε, λείπετε στέγας, ἐξέλθετε», Ευρ. Μήδ.) (με υποτ., «δεῡτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν καὶ κατάσχωμεν τήν κληρονομίαν αὐτοῡ» ΠΔ. «δεῡτε... σήμερον τιμήσωμεν» εκκλ.) 2. ελάτε, προσέλθετε… …
70δηλαδή — (AM δηλαδὴ και δῆλα δὴ) επίρρ. μσν. νεοελλ. (ως επεξηγηματικό) ήτοι, τουτέστιν νεοελλ. 1. (με έννοια συλλογιστική) βεβαίως λοιπόν, είναι λοιπόν φανερό («συνέχεια υπόσχεσαι και ποτέ δεν κρατάς τις υποσχέσεις σου δηλαδή με ειρωνεύεσαι») 2. ώστε… …