ὅρους

  • 81Mount Athos — Ἅγιον Ὄρος Agion Oros (Αυτόνομη Μοναστικὴ Πολιτεία Ἁγίου Ὄρους) Aftonomi Monastiki Politia Agiou Orous location of Mount Athos in Greece …

    Wikipedia

  • 82Епархии Константинопольского патриархата — В статье представлены краткие актуальные сведения о епархиях Константинопольской православной церкви (Константинопольского патриархата). Все епархии перечислены по регионам их нахождения в алфавитном порядке. Титулы архиереев совпадают с… …

    Википедия

  • 83Епархии Константинопольской православной церкви — В статье представлены краткие актуальные сведения о епархиях Константинопольской православной церкви (Константинопольского патриархата). Все епархии перечислены по регионам их нахождения в алфавитном порядке. Титулы архиереев совпадают с… …

    Википедия

  • 84ATABYRIUS — Strab. l. 14. ubi de Rhodo: Εἶθ᾿ ὀ Ατάβυρις ὄρος τῶ ενταῦθα ὑψηλότατον, εν ᾧ ἱερὸν Διὸς Α᾿ταβυρίου. Rhianus apud Steph. Α᾿τάβυρον ὄρος Π῾όδου, etc. ἐξ οὗ καὶ Α᾿ταβύριος Ζεύς. Apollodorus, de Althemene: Προτίχει τινὶ τόπῳ τῆς Π῾όδου, etc. ἀναβὰς… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 85HUMOR — in Ignispicio Veterum, flammae contrarius, observatur Euripidi Phoenissis, v. 1262. Μάντεις δὲ μῆλ᾿ ἔςφαζον, ἐμπύρους δ᾿ ἀκμὰς, Ρ῾ήξεις τ᾿ ενώμων, ὑγρότητ᾿ ὅρους εναντίαν, Α῎κραν τε λαμπάδ᾿, ἢ δυοῖν ὅρους ἔχει. Inde enim fumus oritur, qui ignem… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 86-τρο(ν) — ΝΜΑ επίθημα.ουδέτερων ουσιαστικών όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που εμφανίζεται ήδη σε αρχαιότατα κείμενα, έχει μεγάλη παραγωγική δύναμη, κυρίως στην Αρχαία, και απαντά σε 200 περίπου ουσιαστικά. Το επίθημα ουδετέρου τρον, όπως και τα… …

    Dictionary of Greek

  • 87Πλούτων — I Ο θεός του Κάτω Κόσμου των αρχαίων Ελλήνων, που ονομαζόταν και Άδης, Αΐδης, Αϊδωνεύς, Πλουτεύς. Ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας, αδελφός του Δία και του Ποσειδώνα και, κατά τον Ησίοδο, αδελφός επίσης της Εστίας και της Δήμητρας. Είχε πάρει… …

    Dictionary of Greek

  • 88Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …

    Dictionary of Greek

  • 89αν — (I) ἄν (Α) (επ. αιολ. και θεσσ. κε(ν), δωρ. και βοιωτ. κα) δυνητ. μόριο που χρησιμοποιείται με ρήματα, για να δηλώσει ότι κάτι υπάρχει ή συμβαίνει υπό ορισμένες περιστάσεις ή προϋποθέσεις παρουσιάζει ποικίλη χρήση και γι αυτό δεν είναι δυνατόν να …

    Dictionary of Greek

  • 90αποπλάνηση — Εκτροπή από την ευθεία οδό, παραπλάνηση, εξαπάτηση, ξεμυάλισμα, διαφθορά. (Αστρον.) α. του φωτός. Είναι ένα φαινόμενο που γίνεται εύκολα νοητό, αν σκεφτούμε τι συμβαίνει όταν βρέχει και βρισκόμαστε σε μεταφορικό μέσο που κινείται με μεγάλη… …

    Dictionary of Greek