ὄσιρις
1Ὄσιρις — Osiris fem nom sg …
2ὄσιρις — poet s cassia fem nom sg …
3Όσιρις — Αιγυπτιακή θεότητα, η λατρεία της οποίας απέκτησε σημασία κυρίως από τα τέλη του Αρχαίου Βασιλείου. Η προέλευση της όμως είναι πολύ πιο αρχαία: ανάγεται σε ένα τυπικό ον των μυθολογιών που διαμορφώθηκαν στο περιβάλλον πρωτόγονων καλλιεργητών. Οι… …
4όσιρις — Αιγυπτιακή θεότητα, η λατρεία της οποίας απέκτησε σημασία κυρίως από τα τέλη του Αρχαίου Βασιλείου. Η προέλευση της όμως είναι πολύ πιο αρχαία: ανάγεται σε ένα τυπικό ον των μυθολογιών που διαμορφώθηκαν στο περιβάλλον πρωτόγονων καλλιεργητών. Οι… …
5Ὀσίριδα — Ὄσιρις Osiris fem acc sg …
6ὀσίριδα — ὄσιρις poet s cassia fem acc sg …
7Ὀσίριδι — Ὄσιρις Osiris fem dat sg …
8ὀσίριδι — ὄσιρις poet s cassia fem dat sg …
9Ὀσίριδος — Ὄσιρις Osiris fem gen sg …
10ὀσίριδος — ὄσιρις poet s cassia fem gen sg …