ὁ νόμος κέλευει

  • 1ELEUSINIA — Inter omnia Graecorum sacra, tanta semper fuit Eleusiniorum religio, ut commune mysteriorum nomen illis veluti proprium ab Auctoribus tribuatur, ideoqueve de iis paulo fusius agendum. Eleusinia vero sic dicta sunt, ab Eleusi Atticae opp. cuius… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 2VIRGO — I. VIRGO Graece Παρθένος, inter Minervae cognomina, apud Athenienses, uti vidimus supra ubi de Nuptiis. Sed et Sesti Iovis et Virginis Heroum Plinio memoratur, l. 10. c. 4. Est percelebris apud Seston urbem aquilae gloria: edueatam a virgine… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 3επικληρώ — ἐπικληρῶ και δωρ. τ. ἐπικλαρῶ, όω (Α) [επίκληρος] 1. διανέμω κάτι με κλήρο («τὸν ἄρχοντ’ ἐπικληροῡν ὁ νόμος τοῑς χοροῑς τοὺς αὐλητὰς κελεύει», Δημοσθ.) 2. καθορίζω, προσδιορίζω με κλήρο («τῶν δικαστηρίων ἐπικεκληρωμένων», Δημοσθ.) 3. (με απρμφ.)… …

    Dictionary of Greek

  • 4κελεύω — (ΑΜ κελεύω) παραγγέλλω, διατάζω, προστάζω νεοελλ. (για νόμους) θεσπίζω, ορίζω, καθορίζω («θα κάνω ό,τι κελεύει ο νόμος») αρχ. 1. (αντίθ. τού επιτάττω) ζητώ, ικετεύω, παρακαλώ 2. (για ανώτερον προς κατώτερον) επιβάλλω κάτι σε κάποιον, δίνω εντολή… …

    Dictionary of Greek

  • 5σώμα — Γενικό όνομα που δίνεται σε μια ποσότητα ύλης. Σώματα επομένως είναι όλα τα αντικείμενα με τις ιδιότητες τους (σχήμα, διαστάσεις, βάρος κλπ.)· ουσία, αντίθετα, είναι η ποιότητα της ύλης από την οποία αποτελούνται τα σ. Για μεγαλύτερη ακριβολογία… …

    Dictionary of Greek