ὀφλημάτων
1ὀφλημάτων — ὄφλημα fine incurred in a lawsuit neut gen pl …
2χειρόγραφος — η, ο / χειρόγραφος, ον, ΝΜΑ, και τ. ουδ. χερόγραφον Α 1. γραμμένος με το χέρι, σε αντιδιαστολή προς τον προφορικό 2. το ουδ. ως ουσ. το χειρόγραφο(ν) οποιοδήποτε κείμενο γραμμένο με το χέρι (α. «το χειρόγραφο τού άρθρου του δόθηκε για… …