ὀρέων

  • 41Μεσσηνία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή και νομός (2.991 τ. χλμ., 176.876 κάτ.) της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου, που υπάγεται στην περιφέρεια Πελοποννήσου. Συνορεύει Β με τον νομό Ηλείας, Α με τους νομούς Αρκαδίας και Λακωνίας, ενώ στα Δ, στα Ν και κατά ένα… …

    Dictionary of Greek

  • 42Νέα Γουϊνέα — (μαλαϊκά Ιριάν, αγγλ. New Guinea). Νησί (785.000 τ. χλμ.), το μεγαλύτερο του Ειρηνικού ωκεανού και το δεύτερο του κόσμου μετά τη Γροιλανδία. Βρίσκεται στα Β της Αυστραλίας (πιθανότατα αποτελούσε μέρος της έως την πλειστόκαινο εποχή), από την… …

    Dictionary of Greek

  • 43Νιου Χαμσάιρ — (New Hampshire). Πολιτεία (24,032 τ. χλμ., 1.259.181 κάτ. το 2001) των βορειοανατολικών ΗΠΑ στο διαμέρισμα της Νέας Αγγλίας· βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό στα ΝΑ και συνορεύει με τον Καναδά στα Β και με τις ομόσπονδες Πολιτείες Μέιν στα Α,… …

    Dictionary of Greek

  • 44Ντελάγουερ — I (Delaware). Πολιτεία (5.295 τ. χλμ., 796.165 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ του νοτίου Ατλαντικού· Πρωτεύουσα της πολιτείας είναι το Ντόβερ. βρέχεται στα Α από τον Ατλαντικό ωκεανό (κόλπος Ντελάγουερ) και συνορεύει στα Β με την Πενσιλβάνια, στα Δ και… …

    Dictionary of Greek

  • 45ορεογένεση — Το σύνολο των γεωλογικών φαινομένων που προκάλεσαν τον σχηματισμό των ορεινών αλυσίδων. Ο κλάδος της γεωλογίας που διατυπώνει τις διάφορες υποθέσεις περί ορεογένεσης ονομάζεται τεκτονική και μελετά τις αιφνίδιες παραμορφώσεις (πτυχώσεις,… …

    Dictionary of Greek

  • 46ορεσειπάθεια ή νόσος των ορειβατών — (Ιατρ.). Παθολογική κατάσταση που μπορεί να εμφανιστεί στον άνθρωπο σε υψόμετρο 3.000 5.000 μ. ή σε αντίστοιχες βαρομετρικές υποπιέσεις. Η νόσος των ορέων οφείλεται στην ελάττωση της τάσης του οξυγόνου, η οποία προκαλεί μια κατάσταση ανοξαιμίας.… …

    Dictionary of Greek

  • 47Πρέβεζας, νομός — Διοικητική διαίρεση της Ηπείρου στο νοτιοδυτικό άκρο της. Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου και συνορεύει στα Β με τους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, στα Α με τον νομό Άρτας, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται, αντίστοιχα, από τον Αμβρακικό και από το… …

    Dictionary of Greek

  • 48Σαξονία — (Sachsen). Ιστορική περιοχή της κεντρικής Γερμανίας. Συνορεύει με την Τσεχοσλοβακία προς ΝΑ, με την Κάτω Σαξονία και τη Βαυαρία, αντίστοιχα προς ΒΔ και προς ΝΔ, με το Βρανδεμβούργο προς ΒΑ, με τη Σιλεσία (που σήμερα είναι σχεδόν ολόκληρη… …

    Dictionary of Greek

  • 49Τράνσβααλ — (Transvaal). Επαρχία της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας, που περιλαμβάνεται μεταξύ του ποταμού Βάαλ στα Ν, του Λιμπόπο στα Β και των ορέων Λεμπόμπο στα Α· έχει έκταση 229.358 τ. χλμ. και πληθυσμό γύρω στα 7.532.179 κατ. Πρωτεύουσα είναι η Πρετόρια …

    Dictionary of Greek

  • 50Delphische Maximen — Delta Inhaltsverzeichnis 1 Δαιδάλου πτερά 2 Δαμόκλειος σπάθη …

    Deutsch Wikipedia