ὀρέων

  • 121σπήλαιο — Όνομα τριών οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (590 κάτ., υψόμ. 80 μ.) στην επαρχία Ορεστιάδας του νομού Έβρου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (22 τ. χλμ., 590 κάτ.). 2. Ορεινός οικισμός (38 κάτ., υψόμ. 530 μ.), στην επαρχία Δωδώνης του νομού… …

    Dictionary of Greek

  • 122σωρειτομελανίας — ο, Ν (μετεωρ.) κύριος τύπος νεφών μεγάλης κατακόρυφης ανάπτυξης τών οποίων οι σωρειτόμορφες διαστρώσεις ανυψώνονται με τη μορφή ογκωδών ορέων ή τεράστιων πύργων. [ΕΤΥΜΟΛ. < σωρείτης + μελανίας «παχύ στρώμα άμορφων μελανών νεφών»] …

    Dictionary of Greek

  • 123τεκτονική — Κλάδος της γεωλογίας, που μελετά τις παραμορφώσεις των πετρωμάτων του φλοιού της Γης. Ερευνά δηλαδή τα ρήγματα και τις πτυχές (ειδική τ.), τις δυνάμεις του εσωτερικού της Γης και τα φαινόμενα που προκάλεσαν τις διαταράξεις αυτές και οδήγησαν στη… …

    Dictionary of Greek

  • 124τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… …

    Dictionary of Greek

  • 125υπόκειμαι — ὑπόκειμαι, ΝΜΑ [κεῑμαι] 1. κείμαι, βρίσκομαι από κάτω (α. «τα υποκείμενα στρώματα υποχώρησαν» β. «τοιαύτης κρηπίδος ὑποκειμένης αὐταῑς», Πλάτ.) 2. είμαι υποταγμένος σε κάποιον, εξαρτώμαι από κάποιον (α. «υπόκειται στον νόμο» β. «ὑποκεῑσθαι τῷ… …

    Dictionary of Greek

  • 126χιλή — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Χιλής Συντομευμένη Ονομασία: Χιλή Εκταση: 756.950 τ.χλμ. Πληθυσμός: 15.498.930 (Ιούλιος 2002) Πρωτεύουσα: ΣαντιάγοΚράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β και ΒΑ με το Περού και τη Βολιβία αντίστοιχα και στα Α… …

    Dictionary of Greek

  • 127Άγιος Μαρίνος — Κράτος της νότιας Ευρώπης, που περικλείεται από το έδαφος της βορειοκεντρικής Ιταλίας.Κράτος της νότιας Ευρώπης, που περικλείεται από το έδαφος της βορειοκεντρικής Ιταλίας.Ο Ά.Μ. βρίσκεται στις παρυφές των Απένινων ορέων, κοντά στο Ρίμινι και σε… …

    Dictionary of Greek

  • 128Άγιος Σεβαστιανός — (San Sebastian· Donostia στη γλώσσα των Βάσκων). Πόλη (178.000 κάτ. τo 1998) και σημαντικό λιμάνι της βόρειας Iσπανίας, πρωτεύουσα της βασκικής επαρχίας Γκιπούθκοα (Guipuzcoa, 1.907 τ. χλμ., 676.000 κάτ.), η οποία εκτείνεται στα Δ των συνόρων με… …

    Dictionary of Greek