ὀμμάτιον
1ὀμμάτιον — neut nom/voc/acc sg …
2ὀμματίων — ὀμμάτιον neut gen pl …
3ὀμμάτια — ὀμμάτιον neut nom/voc/acc pl …
4Metanalyse — Métanalyse La métanalyse (ou mécoupure) est une modification phonétique quelconque subie par un mot mal analysé quant à ses morphèmes ou dans un syntagme mal analysé quant à ses lemmes. D une manière plus simple, il s agit d une erreur de… …
5Mécoupure — Métanalyse La métanalyse (ou mécoupure) est une modification phonétique quelconque subie par un mot mal analysé quant à ses morphèmes ou dans un syntagme mal analysé quant à ses lemmes. D une manière plus simple, il s agit d une erreur de… …
6Métanalyse — La métanalyse (ou mécoupure) est une modification phonétique quelconque subie par un mot mal analysé quant à ses morphèmes ou dans un syntagme mal analysé quant à ses lemmes. D une manière plus simple, il s agit d une erreur de découpage dans la… …
7λίγος — και ολίγος, η, ο (AM ὀλίγος, η, ον, Α και ὀλίος, η, ον, Μ και λίγος, η, ον) 1. μικρός, περιορισμένος ως προς την ποσότητα, το μέγεθος, την έκταση ή την ένταση (α. «λίγος κόσμος» β. «λίγα χρήματα» γ. «λίγη ζέστη» δ. «μὴ... αἱ σφέτεραι δέκα νῆες… …
8λημέρι — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 780 μ., 416 κάτ.) του νομού Ευρυτανίας. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, Β της λίμνης Κρεμαστών, 73 χλμ. ΒΔ του Καρπενησίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Απεραντίων. Μέχρι το 1928 ονομαζόταν Κόνιαβη. * * * το 1.… …
9μίλημα — το η ομιλία, η μιλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁμίλημα, με σίγηση τού αρκτικού άτονου ο (πρβλ. ὀμμάτιον > μάτι] …
10μιλώ — έω και άω 1. εκφράζομαι με τον προφορικό λόγο, ομιλώ, λαλώ («το παιδί άργησε πολύ να μιλήσει») 2. συζητώ, συνδιαλέγομαι («μιλάνε συνέχεια και δεν μπορώ να διαβάσω από τη φασαρία») 3. απευθύνω τον λόγο σε κάποιον 4. εκφωνώ λόγο 5. γνωρίζω μια… …
- 1
- 2