ἱμάω
1ιμάω — ἱμάω (Α) 1. (κυρίως για νερό πηγαδιού) αντλώ, ανασύρω 2. θηλάζω, απομυζώ. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τον τ. ἱμάς, άντος και προέρχεται από *ἱμᾶ (πρβλ. ιμάντας)] …
2ἐφιμήσθην — ἐφῑμήσθην , ἐπί ἱμάω draw up imperf ind mp 3rd dual (doric) ἐφῑμήσθην , ἐπί ἱμάω draw up imperf ind mp 3rd dual (epic doric ionic aeolic) ἐφῑμήσθην , ἐπί ἱμάω draw up imperf ind mp 3rd dual ἐφῑμήσθην , ἐπί ἱμάω draw up plup ind mp 3rd dual… …
3ἀνθίμιον — ἀνθί̱μιον , ἀντί ἱμάω draw up imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic) ἀνθί̱μιον , ἀντί ἱμάω draw up imperf ind act 1st sg (epic doric ionic) ἀντί ἱμάω draw up imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic) ἀντί ἱμάω draw up imperf ind act 1st sg (epic …
4ἐπίμιον — ἐπί̱μιον , ἐπί ἱμάω draw up imperf ind act 3rd pl (ionic) ἐπί̱μιον , ἐπί ἱμάω draw up imperf ind act 1st sg (ionic) ἐπί ἱμάω draw up imperf ind act 3rd pl (ionic) ἐπί ἱμάω draw up imperf ind act 1st sg (ionic) …
5ἐσπαρίμην — ἐσπαρί̱μην , εἰς , παρά ἱμάω draw up imperf ind act 3rd pl (epic doric aeolic) ἐσπαρί̱μην , εἰς , παρά ἱμάω draw up imperf ind act 1st sg εἰς , παρά ἱμάω draw up imperf ind act 3rd pl (epic doric aeolic) εἰς , παρά ἱμάω draw up imperf ind act 1st …
6ἀμφιμάσασθε — ἀμφί ἱμάσσω flog aor imperat mid 2nd pl ἀμφῑμάσασθε , ἀμφί ἱμάσσω flog aor ind mid 2nd pl ἀμφί ἱμάσσω flog aor ind mid 2nd pl (homeric ionic) ἀμφιμά̱σασθε , ἀμφί ἱμάω draw up aor imperat mid 2nd pl (doric aeolic) ἀμφῑμά̱σασθε , ἀμφί ἱμάω draw… …
7ἀμφιμήκη — ἀμφῑμήκη , ἀμφί ἱμάω draw up plup ind act 3rd sg (attic doric ionic aeolic) ἀμφῑμήκη , ἀμφί ἱμάω draw up plup ind act 1st sg (attic ionic) …
8ιμάντας — Όργανο σε σχήμα ατέρμονης ταινίας, το οποίο χρησιμοποιείται για να μεταδίδει την περιστροφική κίνηση από έναν άξονα σε έναν άλλο. Για τον σκοπό αυτό, o ι. αναπτύσσει τριβή πάνω σε τροχαλίες που συνδέονται σταθερά με τους άξονες. Η κινητήρια… …
9ιμητήρ — ἱμητήρ, ῆρος, ὁ (Α) [ιμάω) το σκεύος με το οποίο αντλεί κάποιος …
10ιμητός — ἱμητός, ή, όν (Α) [ιμάω) αυτός τον οποίο μπορεί να αντλήσει κάποιος, αντλητός …
- 1
- 2