ἰσοταχῆ

  • 1ἰσοταχῆ — ἰσοταχής possessing equal velocity neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἰσοταχής possessing equal velocity masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἰσοταχής possessing equal velocity masc/fem acc sg (attic epic doric) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2φασματογράφος — Με τον όρο αυτό είναι γνωστά δύο διαφορετικά όργανα: α) το φασματοσκόπιο, το εφοδιασμένο με συστήματα καταγραφής και ανάλυσης των φασμάτων, και β) ο φ. μάζας, που διαχωρίζει μεταξύ τους ιόντα ή μόρια που έχουν διαφορετική σχέση μεταξύ μάζας και… …

    Dictionary of Greek