ἰδιο-νομία

  • 1ιδιονομία — ἰδιονομία, ἡ (Μ) η αυτονομία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιδιο * + νομία (< νομος < νόμος), πρβλ. αγορα νομία, παρα νομία] …

    Dictionary of Greek

  • 2Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …

    Dictionary of Greek