ἡ ἐρωμένη

  • 81Κλαυδία — I Όνομαιστορικώνπροσώπων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Εστιάδα (3ος αι. π.Χ.). Έγινε γνωστή από μία παράδοση που συνδέεται με τον Β’ Καρχηδονικό πόλεμο. Οι Ρωμαίοι, για να σωθούν από τον Αννίβα, αποφάσισαν να μεταφέρουν τον μαύρο λίθο της Πεσσινούντας… …

    Dictionary of Greek

  • 82Λουκρήτιος — (Titus Lucretius Carus, Καμπανία 99; – 55 π.Χ.). Λατίνος ποιητής, συγγραφέας του εξάτομου ποιήματος Περί της φύσης των πραγμάτων (De rerum naturae). Σύμφωνα με μία πληροφορία που παραδίδει ο άγιος Ιερώνυμος, ο Λ. παραφρόνησε εξαιτίας ενός… …

    Dictionary of Greek

  • 83Μάρβελ, Άντριου — (Andrew Marvell, Γουάινστεντ, Γιορκσάιρ 1621 – Λονδίνο 1678). Άγγλος ποιητής. Ήταν γιος αγγλικανού ιερέα και σπούδασε στο Κέιμπριτζ. Ύστερα από ένα μορφωτικό ταξίδι στην ηπειρωτική Ευρώπη, έγινε παιδαγωγός· από το 1657 υπήρξε συνεργάτης και φίλος …

    Dictionary of Greek

  • 84Μελανθώ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Δόλιου και αδερφή του Μελάνθιου, βοσκού του Οδυσσέα. Ήταν θεραπαινίδα της Πηνελόπης και ερωμένη του μνηστήρα Ευρύμαχου. Μετά τη δολοφονία των μνηστήρων απαγχονίστηκε με διαταγή …

    Dictionary of Greek

  • 85Μεσσαλίνα — I Όνομα δύο Ρωμαίων αυτοκρατειρών. 1. Βαλέρια Μ. (Valeria Messalina, περ. 25 – 48 μ.Χ.). Ρωμαία αυτοκράτειρα, τρίτη σύζυγος του αυτοκράτορα Κλαύδιου (41 54 μ.Χ.) και μητέρα της Οκταβίας, μετέπειτα σύζυγο του Νέρωνα και του Βρετανικού. Ήταν κόρη… …

    Dictionary of Greek

  • 86Μεταστάσιο ή Μεταστάζιο — (Pietro Metastasio, Ρώμη 1698 – Βιέννη 1782). Φιλολογικό ψευδώνυμο του Ιταλού ποιητή Πιέτρο Ντομίνικο Αρμάντο Τραπάσι (Pietro Dominico Armando Trapasi). Κηδεμόνας του ήταν ο Γκραβίνα, ο οποίος του κληροδότησε ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του… …

    Dictionary of Greek

  • 87Μοντεσπάν, Φρανσουάζ-Αθηναΐς, μαρκησία του- — (Francoise Athenais de Montespan, 1641 – 1707). Ευνοούμενη του Λουδοβίκου ΙΔ’ της Γαλλίας. Κόρη του μαρκήσιου της Μορτμάρτρ και πρίγκιπα του Τονέ Σαράντ, Γαβριήλ, μπήκε στην Αυλή αρχικά με την ονομασία δεσποινίς ντε Τονέ Σαράντ. Ανατράφηκε και… …

    Dictionary of Greek

  • 88Μπαρμπέ ντ’ Ορεβιγί, Ζιλ Αμεντιέ — (Jules Amidie Barbey d’ Aurevilly, Σεν Σοβέρ λε Βικόντ 1808 – Παρίσι 1889). Γάλλος μυθιστοριογράφος και κριτικός. Καταγόμενος από τη Νορμανδία, κατέπληξε τον δημοσιογραφικό και λογοτεχνικό κύκλο του Παρισιού με του εξεζητημένους τρόπους του δανδή …

    Dictionary of Greek

  • 89Ντελόρμ, Μαριόν — (Marion Delorme, Μπλουά 1613 – Παρίσι 1650). Περίφημη Γαλλίδα εταίρα. Νεαρή πήγε στο Παρίσι, όπου έγινε ερωμένη του αυλικού Μπαρό. Αργότερα συνδέθηκε με τον Σεκ Μαρλ, τον οποίο λέγεται ότι και παντρεύτηκε. Προικισμένη με σπάνια ομορφιά και… …

    Dictionary of Greek

  • 90Ντι Μπαρί, Ζαν Μπεκί — (Jeanne Becu Du Barry, 1743 – 1793). Ευνοούμενη του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου IE’. Κόρη της Αν Μπεκί και κάποιου μοναχού, εγκαταστάθηκε σε μικρή ηλικία στο Παρίσι, όπου έζησε με διάφορα ονόματα και έγινε ερωμένη του κόμη Ιωάννη ντι Μπαρί. Ο… …

    Dictionary of Greek