ἡλιαῖα

  • 21ПИНАКА —    • Πίναξ,          имеет самые разнообразные значения: деревянная тарелка, доска для письма, счетная доска, картина (ср. Tabula, Табула), также дощечка, которую получали гелиасты, см. Ήλιαία, Гелиея …

    Реальный словарь классических древностей

  • 22ТРИОБОЛОН —    • Τριώβολον,          жалованье афинских судей, см. Ήλιαία, Гелиея …

    Реальный словарь классических древностей

  • 23ДИКАСТЕРИЙ —    • Δικαστήριον,          подобно русскому выражению, «судебная палата», означает и помещение суда, и само присутствие в нем судей. Число судов в Афинах определить нельзя. Кроме ареопага и судов ефетов, которые назначены были исключительно для… …

    Реальный словарь классических древностей

  • 24Дикастерий — (греч. δικαστήριον) суд присяжных в Древней Греции, прежде всего в Афинах. Дикастерий назывался также гелиэя (греч. ἡλιαία), по имени главного судебного места, находившегося на городской площади; народных судей называли дикастами и гелиастами.… …

    Википедия

  • 25NERVUS — Festo ferreum fuit vinculum, quô pedes impediebantur; aliis ex ligno fuit, unde Ξυλοπέδη Plauto: qui eô etiam cervices vinciri solitas esse, docet. Mentio eius in Legg. XII. Tabb. ubi de eo, qui solvendo non erat, Vincito aut Nervô, aut… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 26TUTELA — I. TUTELA Dei vel deae signum, prorae navis impositum, unde navi nomen. Solebant namque Veteres Tutelae nomine naves appellare, ut observa vit in ad Petronium Animadv. Iohannes a Wouweren, ex Servio ad l. 10. Aen. Solent naves nomina accipere, a… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 27Άρειος πάγος — I Χαμηλός (115 μ.) πετρώδης λόφος της Αθήνας, ΒΔ της Ακρόπολης, που έχει συνδεθεί με τις πανάρχαιες παραδόσεις του τόπου. Πάγος σημαίνει πετρώδης βράχος· για τη σημασία του Άρειος υπάρχουν πολλές απόψεις: μία τον συνδέει με τον Άρη, άλλη, και η… …

    Dictionary of Greek

  • 28αλία — I Ονομασία της εκκλησίας του δήμου σε πολλές δωρικές πόλεις της αρχαίας Ελλάδας και κυρίως στη Σπάρτη. H α. δεν είχε απεριόριστη εξουσία όπως η εκκλησία του δήμου στην εποχή της αθηναϊκής δημοκρατίας. II (halia). Με την ονομασία αυτή είναι γνωστά …

    Dictionary of Greek

  • 29αλιαία — ἁλιαία, η (Α) [ἁλία Ι] 1. αλία, συνάθροιση, εκκλησία τού δήμου 2. δικαστήριο, ἡλιαία* …

    Dictionary of Greek

  • 30εισαγωγέας — και εισαγωγεύς, ο (Α εἰσαγωγεύς) νεοελλ. έμπορος που φέρνει εμπορεύματα από το εξωτερικό αρχ. 1. ο εισηγητής δικαστικών υποθέσεων στην Ηλιαία και άλλα δικαστήρια 2. ο επιμελητής τών ασκήσεων τών χορών τών νέων 3. στον πληθ. στη Σάμο οι υπεύθυνοι… …

    Dictionary of Greek