ἠρώτων
1ἠρώτων — ἐρωτάω ask imperf ind act 3rd pl ἐρωτάω ask imperf ind act 1st sg …
2въпрашати — ВЪПРАША|ТИ (340), Ю, ѤТЬ гл. 1. Спрашивать, расспрашивать кого л.: и ѥгда тѩ въпрашѩѫть то ѿвѣштѩи съ тихостьѫ Изб 1076, 113; плѣньникы крьсть˫аны… ˫а въпрашахъ. знаѥте ли николѹ ЧудН XII, 73в; пригласивъ келарѩ въпрашаше ѥго ѿкѹдѹ си сѹть хлѣби …
3ει — (I) εἰ (Α) Ι. 1. μόριο που χρησιμοποιείται ως επιφώνημα με προστακτική ή έγκλιση επιθυμίας για να δηλώσει προτροπή («εἰ δὲ σὺ μὲν ἄκουσον», Ιλ. Ι) 2. σε ευχές με ευκτική 3. συνήθως ακολουθείται από το γαρ («αἴ γὰρ δὴ οὕτως εἴη», Ιλ. Δ) 4. σε… …
4εξάγω — (AM ἐξάγω) [άνω] 1. βγάζω έξω ή οδηγώ κάποιον μακριά από έναν τόπο («μάχης ἐξήγαγε θοῡρον Ἄρκα», Ομ. Ιλ.) 2. απαλλάσσω από κάποιο κακό («ἐκ χειρὸς τοῡ πονηροῡ ἐξαγαγόντα ἡμᾱς») 3. (για προϊόντα, εμπορεύματα κ.λπ.) μεταφέρω εμπορεύματα από τον… …