ἔκχεον
1ἐκχέον — ἐκχέω pour out pres part act masc voc sg (epic doric ionic aeolic) ἐκχέω pour out pres part act neut nom/voc/acc sg (epic doric ionic aeolic) ἐκχέω pour out pres part act masc voc sg ἐκχέω pour out pres part act neut nom/voc/acc sg …
2ἔκχεον — ἐκχέω pour out aor imperat act 2nd sg ἐκχέω pour out imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic) ἐκχέω pour out imperf ind act 1st sg (epic doric ionic aeolic) ἐκχέω pour out imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) ἐκχέω pour out imperf ind act …
3κρατήρας — I (Αρχαιολ.). Αγγείο (κρατήρ) που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες από τους ομηρικούς χρόνους για να αναμειγνύουν το κρασί με νερό. Επρόκειτο κυρίως για δοχεία αρκετά μεγάλα με πλατύ στόμιο και λαβές. Παλαιότερα οι λαβές των κ. είχαν σχήμα ελίκων και… …