ἔκδηλος

  • 51Θεμιστοκλής — I (Αθήνα 526; π.Χ. – Μαγνησία, Μικρά Ασία 461 π.Χ.). Πολιτικός και στρατηγός. Ήταν γιος του Νεοκλή που καταγόταν από το αρχαίο αττικό γένος των Λυκομιδών. Η μητέρα του δεν ήταν Αθηναία και γι’ αυτό ο Θ. δεν φοίτησε στην παιδική του ηλικία στα… …

    Dictionary of Greek

  • 52Θεοτόκης, Κωνσταντίνος — (Κέρκυρα 1872 – 1923). Συγγραφέας. Πολυταξιδεμένος, πολυμαθής (σπούδασε φιλολογία, φυσικές επιστήμες, μαθηματικά, φιλοσοφία), γλωσσομαθέστατος (μετέφρασε Πλάτωνα, Αριστοφάνη, ινδική φιλολογία, Βιργίλιο, Λουκρήτιο, Σαίξπηρ, Γκέτε), οργάνωσε το… …

    Dictionary of Greek

  • 53Νίκβας, Ντόλης — (Μάκρη 1903 – Αθήνα 1937). Φιλολογικό ψευδώνυμο του λογοτέχνη Απόστολου Βασιλειάδη. Αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και αρχικά ασχολήθηκε με το εμπόριο. Πρωτοδημοσίευσε κείμενά του στην εφημερίδα Θάρρος της Σμύρνης. Μετά τη… …

    Dictionary of Greek

  • 54Σεφέρης, Γιώργος — (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γεώργιου Σεφεριάδη). Έλληνας ποιητής και διπλωμάτης (Σμύρνη 1900 Αθήνα 1971). Γιος του καθηγητή Στυλιανού Σεφεριάδη, πέρασε τα παιδικά του χρόνια και την πρώτη εφηβεία στη γενέτειρα του. Όταν ξέσπασε ο A’ Παγκόσμιος… …

    Dictionary of Greek

  • 55ԱՐՏԱՅԱՅՏ — ( ) NBH 1 0378 Chronological Sequence: 6c ա.մ. ἕκδηλος manifestus Քաջայայտ. երեւելի. յայտնի. *Արեգական ծագեցելոյ՝ աներեւոյթք այլոց աստեղացն փայլմունք են, եւ մտեցելոյ արտայայտք. Փիլ. այլաբ.: *Արտայայտ զնոցայն բերել ուսմունս. Պիտ …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 56ἐκδηλοτέραν — ἐκδηλοτέρᾱν , ἔκδηλος conspicuous fem acc comp sg (attic doric aeolic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 57ἐκδηλοτέρᾳ — ἐκδηλοτέρᾱͅ , ἔκδηλος conspicuous fem dat comp sg (attic doric aeolic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)