ἐσχατιή
1ἐσχατιῇ — ἐσχατίζω to be last fut ind mid 2nd sg ἐσχατιά farthest part fem dat sg (epic ionic) …
2ἐσχατιή — ἐσχατιά farthest part fem nom/voc sg (epic ionic) …
3ἐσχατιῆι — ἐσχατιῇ , ἐσχατίζω to be last fut ind mid 2nd sg ἐσχατιῇ , ἐσχατιά farthest part fem dat sg (epic ionic) …
4εσχατιά — η (Α ἐσχατιὰ και ιων. ἐσχατιή) [έσχατος] το έσχατο μέρος ή σημείο μιας έκτασης, το τελευταίο όριο, το τέρμα, το ακραίο σημείο («εις την εσχατιάν τού χωρίου, εις τα Λιβάδια», Παπαδ.) αρχ. 1. το ακραίο, το υψιστο σημείο («ὄλβου πρὸς ἐσχατιαῑς»,… …
5Kydonen — (myk. ku do ni jo / Kudōnios; altgriechisch Κύδωνες Kýdones oder Κυδωνιάτας Kydoniátas)[1] ist die Bezeichnung eines bronzezeitlichen Volkes auf der griechischen Mittelmeerinsel Kreta. Nach ihnen beziehungsweise ihrem mythischen König Kydon… …
6Кидоны — Крит в античный период. На северо западе  город Кидония (ныне Хания) …