ἐρέτης
11ἐρέτῃ — ἐρέτης rowers masc dat sg (attic epic ionic) …
12ἐρέτῃσι — ἐρέτης rowers masc dat pl (epic ionic) …
13ἐρέτῃσιν — ἐρέτης rowers masc dat pl (epic ionic) …
14ἁρέτα — ἀ̱ρέτᾱ , ἀρετάω thrive imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀρέτᾱ , ἀρετάω thrive pres imperat act 2nd sg ἐρέτᾱ , ἐρέτης rowers masc nom/voc/acc dual ἐρέτα , ἐρέτης rowers masc voc sg ἐρέτᾱ , ἐρέτης rowers masc gen sg (doric aeolic) ἐρέτα ,… …
15μονερέτης — και ιων. τ. μουνερέτης, ὁ (Α) αυτός που κωπηλατεί μόνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο) * + ἐρέτης (< ἐρέσσω «κωπηλατώ»), πρβλ. νυκτ ερέτης] …
16νυκτερέτης — νυκτερέτης, ὁ (Α) αυτός που κωπηλατεί ή ψαρεύει κατά τη διάρκεια τής νύχτας. [ΕΤΥΜΟΛ. < νύξ, νυκτός + ἐρέτης «κωπηλάτης» (πρβλ. αυτ ερέτης)] …
17ἐρέτας — ἐρέτᾱς , ἐρέτης rowers masc acc pl ἐρέτᾱς , ἐρέτης rowers masc nom sg (epic doric aeolic) …
18Eretria — This is an article about the Greek city of Eretria on Euboea. It should not be confused with Eretria in western Magnesia, Greece or the modern African nation, Eritrea. Infobox Greek Dimos name = Eretria name local = Ερέτρια image coa = periph =… …
19Эретрия — Эта статья о греческом городе Эритрея на острове Эвбея. Не следует смешивать её с Эретрией в Магнезии, западной Греции, древнеионийским городом Эритреей и также одноимённой африканской страной. Город Эретрия Ερέτρια Страна …
20-ηρης — (I) < ΙE *ar «ταιριάζω, συνδέω», (απ όπου το αραρίσκω* «συνδέω, ταιριάζω εφοδιάζω»), με έκταση (λόγω τής συνθέσεως). Την ίδια σημασία («εφοδιασμένος με, έχων...») έχει και το ήρης (πρβλ. ξιφ ήρης, χαλκ ήρης, κ.ά.), ενώ λειτουργεί ως απλό… …