ἐπὶ δέ
11Φρανκφούρτη επί του Μάιν — (Frankfurt am Main). Πόλη (648.000 κάτ. το 2003) της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στο ομόσπονδο κρατίδιο του Έσεν. Βρίσκεται πάνω στις δύο όχθες του Μάιν, σε απόσταση 35 χλμ. από τη συμβολή του με τον Ρήνο, σε ένα σημείο, όπου ο Μάιν… …
12Φρανκφούρτη επί του Όντερ — (Frankfurt an der Oder). Πόλη (72.000 κάτ. το 2003) της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, στην ιστορική περιοχή του Βρανδεμβούργου. Βρίσκεται 80 χλμ. ΝΑ του Βερολίνου, κοντά στα σύνορα με την Πολωνία, πάνω στην αριστερή όχθη του Όντερ, σε ένα σημείο όπου… …
13Πῆμ’ ἐπὶ πήματι. — См. Беда одна не приходит …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
14Ἑκατὸν πληγαὶ ἐπὶ νῶτα ἑτέρου οὐδέν εἰσι. — См. На чужой спине беремя легко …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
15Ἔστι κ’αμοὶ κλὴς ἐπὶ γλώσσῃ. — См. Об этом история умалчивает …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
16Οὐ πῦρ, οὐ σίδηρος οὐδὲ χαλκὸς εἴργει μή φοιτᾶν ἐπὶ δείπνον. — См. Сквозь огонь и воду …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
17Επτά επί Θήβαις — Τραγωδία του Αισχύλου, εμπνευσμένη από τους επτά ήρωες (Άδραστος, Αμφιάραος, Καπανεύς, Ιππομέδων, Παρθενοπαίος, Τυδεύς και Πολυνείκης) που εκστράτευσαν εναντίον της Θήβας για την αποκατάσταση του Πολυνείκη στον θρόνο. Βλ. λ. Αισχύλος …
18ἐπεπείλει — ἐπί , ἐπί εἱλέω pres imperat act 2nd sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) ἐπί , ἐπί εἱλέω imperf ind act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) ἐπί , ἐπί εἴλω shut in aor subj act 3rd sg (epic) ἐπί , ἐπί εἴλω shut… …
19ἐπενθουσιᾶν — ἐπί ἐνθουσιάω to be inspired pres part act masc voc sg (doric aeolic) ἐπί ἐνθουσιάω to be inspired pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) ἐπί ἐνθουσιάω to be inspired pres part act masc nom sg (doric aeolic) ἐπενθουσιᾶ̱ν , ἐπί ἐνθουσιάω …
20ἐπισχῇ — ἐπί σχάω slit open so as to let something escape pres subj mp 2nd sg (doric) ἐπί σχάω slit open so as to let something escape pres ind mp 2nd sg (doric) ἐπί σχάω slit open so as to let something escape pres subj act 3rd sg (doric) ἐπί σχάω slit… …