ἐνοχλεῖτε

  • 1ἐνοχλεῖτε — ἐνοχλέω trouble pres imperat act 2nd pl (attic epic) ἐνοχλέω trouble pres opt act 2nd pl ἐνοχλέω trouble pres ind act 2nd pl (attic epic) ἐνοχλέω trouble pres imperat act 2nd pl (attic epic) ἐνοχλέω trouble pres opt act 2nd pl ἐνοχλέω trouble… …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2περίοικος — ο / περίοικος, ον, ΝΜΑ (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οι περίοικοι α) οι γείτονες (α. «ενοχλείτε τους περιοίκους με τους θορύβους σας» β. «καὶ πάντες οἱ περίοικοι τῶν δύο βασιλείων», Διήγ. Αχιλλ. γ. «ἔφερον τοὺς περιοίκους ἅπαντας», Ηρόδ.) β) i) (στον… …

    Dictionary of Greek

  • 3Σπαρκ, Μάρκλ — (Spark). Σκοτσέζα συγγραφέας (Εδιμβούργο 1918). Ξεκίνησε την καριέρα της σαν συγγραφέας με το μυθιστόρημα της Οι παρηγορητές (1957) και ακολούθησαν τα μυθιστορήματα Μνήμη νεκρών (1959) με πολύ μακάβριο χιούμορ, Η νεαρή ηλικία της Μις Zav Μπρόντυ… …

    Dictionary of Greek