1ελεγίνος — ο (Α ἐλεγῑνος) γένος ακανθοπτερύγιων ψαριών τής οικογένειας τών Περκιδών, θαλάσσια πέρκα …
Dictionary of Greek
2ἐλεγῖνοι — ἐλεγῖνος fish masc nom/voc pl …
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)