ἐκ τῶν ς

  • 101Εφημερίς των Αθηνών — Η πρώτη αθηναϊκή εφημερίδα. Αρχικά εκδόθηκε στη Σαλαμίνα, στις 20 Αυγούστου του 1824, από τον Γ. Ψύλλα. Αργότερα, τα τυπογραφεία της μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και στο φύλλο της 6ης Σεπτεμβρίου του 1826 o συντάκτης της ζητούσε συγγνώμη από τους… …

    Dictionary of Greek

  • 102Εφημερίς των Συζητήσεων — Τίτλος διαφόρων ελληνικών εφημερίδων. 1. Ιδρύθηκε στην Αθήνα στις 26 Σεπτεμβρίου 1848. Κυκλοφόρησαν συνολικά 3 φύλλα της. Τελευταία φορά εκδόθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1849. 2. Ιδρύθηκε από τον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, ως πολιτικό όργανό του.… …

    Dictionary of Greek

  • 103θρομβοφλεβίτιδα εν των βάθει — Θρόμβωση του αίματος μέσα σε φλέβες που βρίσκονται βαθιά στο σώμα, συνήθως στα πόδια ή την πύελο. Μπορεί να είναι ασυμπτωματική ή να προκαλεί οίδημα και πόνο. Προκαλείται έπειτα από παρατεταμένη ακινησία, ως παρενέργεια αντισυλληπτικών χαπιών κ.ά …

    Dictionary of Greek

  • 104Ιούλιος των Μεδίκων — Βλ. λ. Κλήμης. Όνομα παπών …

    Dictionary of Greek

  • 105Κυρίας των Αγγέλων, μονή — Μοναστήρι της Κρήτης. Βλ. λ. Γουβερνέτο …

    Dictionary of Greek

  • 106Μέλισσα των Αθηνών — Μηνιαίο αθηναϊκό περιοδικό σύγγραμμα. Ιδρύθηκε από τον A. N. Γούδα. Το περιοδικό αυτό ήταν βραχύβιο (1864 65) και κυκλοφόρησε ως η δεύτερη περίοδος της επιθεώρησης Η εν Αθήναις Ιατρική Μέλισσα (1853 59) …

    Dictionary of Greek

  • 107Μηνύτωρ των Αθηνών — Τίτλος δύο αθηναϊκών εφημερίδων. Ιδρύθηκαν η πρώτη το 1877 και η δεύτερη το 1914 …

    Dictionary of Greek

  • 108Σφαγή των νηπίων — Έκφραση με την οποία η χριστιανική θρησκεία προσδιορίζει τη σφαγή μικρών παιδιών που πραγματοποιήθηκε στη Βηθλεέμ και στις γύρω περιοχές, σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, έπειτα από διαταγή του Ηρώδη, με την ελπίδα ότι μεταξύ αυτών θα είναι και ο… …

    Dictionary of Greek

  • 109Φίλος των Νέων — Η πρώτη χρονολογική ελληνική εφημερίδα της Σμύρνης. Ιδρύθηκε το 1831 από τον Αντ. Δαμιανό και ήταν εβδομαδιαία …

    Dictionary of Greek

  • 110τῶνπερ — τῶν , ὁ lentil fem gen pl τῶν , ὁ lentil masc/neut gen pl …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)