ἐκ συνθήκης

  • 101Ανατολικό Ζήτημα — Ονομάστηκε έτσι η πολύπλοκη πολιτική κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Βαλκανική χερσόνησο και στην Εγγύς Ανατολή από τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων οι οποίες, παρακολουθώντας την εξασθένηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κυρίως μετά την… …

    Dictionary of Greek

  • 102Άνταμ, Φρέντερικ — (Frederick Adam, 1781 – 1853). Άγγλος στρατηγός, αρμοστής των Ιονίων νήσων (1815 31). Πολέμησε στην Αίγυπτο και στο Βατερλό εναντίον των γαλλικών στρατευμάτων και προάχθηκε σε συνταγματάρχη το 1805, σε αντιστράτηγο το 1813 και σε στρατηγό το 1846 …

    Dictionary of Greek

  • 103αντάντ — (γαλλ. entente). Γαλλική λέξη που σημαίνει συμφωνία, συνεννόηση. Από τον 19o αι. χρησιμοποιήθηκε σε αναφορά με διάφορες διπλωματικές συμφωνίες και συμμαχίες, μεταξύ των οποίων και οι επόμενες. Εγκάρδια Συνεννόηση. Χαρακτηρισμός που δόθηκε από τη… …

    Dictionary of Greek

  • 104Άουγκσμπουργκ — (Augsburg). Πόλη (252.400 κάτ. το 2002) της Γερμανίας, στο ομόσπονδο κράτος της Βαυαρίας, πρωτεύουσα και κυριότερη πόλη της Σουηβίας. Χτισμένη στη συμβολή των ποταμών Βέρταχ και Λεχ, είναι σημαντικό κέντρο της μεταλλουργικής, υφαντουργικής και… …

    Dictionary of Greek

  • 105Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …

    Dictionary of Greek

  • 106Αρμενία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή (περ. 140.000 τ. χλμ.) της δυτικής Ασίας με ασφαλή μάλλον φυσικά σύνορα. Γενικά ως Α. ορίζεται η περιοχή που εκτείνεται σε μήκος μεταξύ του άνω ρου του Ευφράτη και της λεκάνης της Ουρμίας λίμνης και σε πλάτος μεταξύ… …

    Dictionary of Greek

  • 107Ατατούρκ, Κεμάλ Μουσταφά — (Θεσσαλονίκη 1881 – Κωνσταντινούπολη 1938). Τούρκος πολιτικός και στρατιωτικός, θεμελιωτής της νέας Τουρκίας. Σπούδασε στη Στρατιωτική Ακαδημία και στη Σχολή Πολέμου της Κωνσταντινούπολης και διακρινόταν για την ιδιαίτερη επίδοσή του στα… …

    Dictionary of Greek

  • 108Αχμέτ — I Όνομα διαφόρων ηγεμόνων κρατών της ανατολικής Ασίας, τα οποία κατοικήθηκαν στη διάρκεια των 13ου και 14ου αι. από μογγολικές φυλές. Α. λεγόταν επίσης και ένας σάχης του Ιράν (Ταυρίδα 1898 – Παρίσι 1930). Διαδέχτηκε στον θρόνο τον πατέρα του… …

    Dictionary of Greek

  • 109Βαλκανική χερσόνησος — Είναι η ανατολικότερη από τις τρεις ευρωπαϊκές χερσονήσους που βρέχονται από τη Μεσόγειο. Τα όριά της είναι μερικώς ακαθόριστα, επειδή δεν υπάρχει ένα σαφές διαχωριστικό φράγμα στα βόρειά της, όπου συνδέεται σε μήκος περίπου 1.200 χλμ. με τον… …

    Dictionary of Greek

  • 110Βαλκανικοί πόλεμοι — Ονομάζονται έτσι οι δύο πόλεμοι των ετών 1912 13 που έγιναν στα Βαλκάνια, ο πρώτος μεταξύ των συμμάχων Ελλάδας, Σερβίας, Μαυροβουνίου και Βουλγαρίας εναντίον της Τουρκίας και ο δεύτερος της Ελλάδας και της Σερβίας εναντίον της Βουλγαρίας. Α’ Β.π …

    Dictionary of Greek