ἐγκέ-

  • 1Έγκε, Πέτερ — (Peter Egge, Τροντχάιμ 1869 – Όσλο 1959). Νορβηγός συγγραφέας. Επειδή η οικογένειά του αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να ασκήσει διάφορα επαγγέλματα. Το 1891 εξέδωσε το μυθιστόρημα Λαός …

    Dictionary of Greek

  • 2энцефали́т — а, м. мед. Воспаление головного мозга. Эпидемический энцефалит. [От греч. ’εγκεφαλος головной мозг] …

    Малый академический словарь

  • 3энцефаломиели́т — а, м. мед. Воспаление головного и спинного мозга. [От греч. ’εγκεφαλος головной мозг и μυελος спинной мозг] …

    Малый академический словарь

  • 4Βέζερ — (Weser). Ποταμός (790 χλμ.) της κεντρικής Ευρώπης, του οποίου η λεκάνη απορροής (46.000 τ. χλμ.) περιλαμβάνεται κατά μεγάλο μέρος στη Γερμανία. Εκβάλλει στη Βόρεια θάλασσα, δημιουργώντας ποταμόκολπο πλωτό ακόμα και για ποντοπόρα πλοία.… …

    Dictionary of Greek