ἅννας

  • 111Σάκι, Αντρέα — (Sacchi). Ιταλός ζωγράφος (Νετούντο 1599 – Ρώμη 1661). Μαθητής του Φ. Άλμπανι, ακολούθησε την τεχνοτροπία των Μπολονέζων, άκουσε όμως και τη διδασκαλία των Βενετσιάνων. Ήταν θερμός θαυμαστής του Ραφαήλ και κατείχε σημαντική θέση στο καλλιτεχνικό… …

    Dictionary of Greek

  • 112Σαμουήλ — I Ο τελευταίος κριτής του Ισραήλ· έζησε γύρω στα μέσα του 11ου αι. π.Χ. Η μητέρα του, Άννα, που ήταν στείρα, πέτυχε τη γέννησή του με την προσευχή και τον αφιέρωσε στον Κύριο. Μετά την κλήση του στο αξίωμα του κριτή, πολέμησε νικηφόρα κατά των… …

    Dictionary of Greek

  • 113Σοντόμα, Τζοβάννι Αντόνιο Μπάτσι, επονομαζόμενος- — (Sodoma). Ιταλός ζωγράφος (Βερτσέλι 1477 Σιένα 1549). Το έργο του είναι επηρεασμένο απ’ εκείνο του Λ. ντα Βίντσι και του Ραφαήλ. Εργάστηκε στην Τοσκάνη, όπου ζωγράφισε τις τοιχογραφίες του μοναστηριού της Αγίας Άννας της Καμπρένα στη Σιένα (1503… …

    Dictionary of Greek

  • 114Στράτφορντ-ov-Έιβον — (Stratford on Avon). Πόλη (περ. 22.000 κάτ.) της Μ. Βρετανίας στην κομητεία Ουώρικ της Αγγλίας χτισμένη στη δεξιά όχθη του ποταμού Έιβον. Διαθέτει εμπόριο γεωργικών προϊόντων και βιομηχανίες τροφίμων, ξυλείας, χημικών προϊόντων και γυαλιού. Είναι …

    Dictionary of Greek

  • 115Σφενδόνας επανάσταση — Η περίοδος αναταραχών και εξεγέρσεων που, κατά την περίοδο της ανηλικότητας του Λουδοβίκου ΙΔ’ και της αντιβασιλείας της Άννας της Αυστριακής (από το 1648 ως το 1653) συγκλόνισαν τη Γαλλία και κυρίως το Παρίσι. Οι όροι fronde και fron deur… …

    Dictionary of Greek

  • 116Τολστόι — Επώνυμο Ρώσων συγγραφέων, καλλιτεχνών και κοινωνικών παραγόντων, που είχαν τον τίτλο του κόμη. 1. Αλεξέι Κονσταντίνοβιτς (Πετρούπολη 1817 – Κράνσι Ρογκ, Τσερνίγκοφ 1875). Ποιητής, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας). Από αριστοκρατική οικογένεια …

    Dictionary of Greek

  • 117Υρτακηνός, Θεόδωρος — Βυζαντινός λόγιος, που άκμασε γύρω στα τέλη του 13ου και τις αρχές του 14ου αι. Δίδαξε γραμματική και ρητορική στην Κωνσταντινούπολη. Έγραψε μονωδίες για το θάνατο του φίλου του Νικηφόρου Χούμνου, του αυτοκράτορα Μιχαήλ Θ’, της αυτοκράτειρας… …

    Dictionary of Greek

  • 118Φέλτεν, Γιούρι Ματφέεβιτς — (1730 – 1801). Ρώσος αρχιτέκτονας. Kαταγόμενος από γερμανική οικογένεια που είχε μεταναστεύσει στην Πετρούπολη, σπούδασε στο Τίμπιγκεν και, αφού εργάστηκε στη Στουτγκάρδη και στο Βέλγιο, επέστρεψε στην Πετρούπολη το 1754. Ήταν συνεργάτης του… …

    Dictionary of Greek

  • 119Φλόριο, Τζιοβάνι — (Flrio, Λονδίνο 1553 – Φούλχαμ 1625). Άγγλος συγγραφέας και ουμανιστής. Από πατέρα Ιταλό, σπούδασε στην Οξφόρδη και έγινε λέκτορας και δάσκαλος της βασίλισσας Άννας. Μετέφρασε από τα ιταλικά και τα γαλλικά σε ελεύθερους στίχους τα Δοκίμια του… …

    Dictionary of Greek

  • 120Φρανκ, Άννα — (Frank, Φρανκφούρτη 1929 – ναζιστικό στρατόπεδο εξόντωσης του Μπέργκεν Μπέλσεν 1945). Νεαρή Γερμανίδα Εβραία, συγγραφέας ενός περίφημου ημερολόγιου. Οι γονείς της, που έφυγαν το 1933 στην Ολλανδία, εγκαταστάθηκαν στο Άμστερνταμ, όπου, κατά τη… …

    Dictionary of Greek