ἅδῃ
1.άδη — ἅδη , ἅδος satiety neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἅδη , ἅδος satiety neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) …
2ἅδη — ἅδος satiety neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἅδος satiety neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) …
3ἅδῃ — ἁνδάνω please aor subj mp 2nd sg ἁνδάνω please aor subj act 3rd sg ἅ̱δῃ , ἥδομαι swad pres subj mp 2nd sg (doric) ἅ̱δῃ , ἥδομαι swad pres ind mp 2nd sg (doric aeolic) …
4ᾄδῃ — ἀείδω il.Parv.. pres subj mp 2nd sg ἀείδω il.Parv.. pres ind mp 2nd sg ἀείδω il.Parv.. pres subj act 3rd sg …
5ᾅδη — ᾅδης ao masc voc sg …
6ᾅδῃ — ᾅδης ao masc dat sg (attic epic ionic) …
7ἅδηι — ἅδῃ , ἁνδάνω please aor subj mp 2nd sg ἅδῃ , ἁνδάνω please aor subj act 3rd sg ἅ̱δῃ , ἥδομαι swad pres subj mp 2nd sg (doric) ἅ̱δῃ , ἥδομαι swad pres ind mp 2nd sg (doric aeolic) …
8Αχέρων — Ονομασία τριών ποταμών. 1. Ποταμός της Ηπείρου (κοινώς, Μαυροπόταμος ή Φαναριώτικος), ο οποίος περιβάλλεται από πλούσια μυθική παράδοση σχετική με τους νεκρούς και τον Άδη. Πηγάζει από τα όρη του Σουλίου και εκβάλλει στο Ιόνιο, στον κόλπο του… …
9Χάρων — I Λογογράφος, γιος του Πυθοκλή ή του Πυθέα, που ήκμασε λίγο πριν από τον Ηρόδοτο, επί Αρταξέρξη του A’. Ερεύνησε την ιστορία των ασιατικών λαών, και έγραψε Περσικά, Ελληνικά, Αιθιοπικά, Κρητικά, Λιβυκά, Κτίσεις πόλεων, Περίπλουν των εκτός των… …
10κέρβερος — Μυθολογικό ον. Είχε μορφή σκύλου με τρία (ή πενήντα) κεφάλια και ουρά φιδιού και φρουρούσε την είσοδο του Άδη. Ήταν γιος του Τυφώνα και της Έχιδνας, όπως επίσης ο δικέφαλος σκύλος του Γηρυόνη, Όρθρος, η Λερναία Ύδρα και άλλα τέρατα. Ο Κ.… …