ἄγγελοι

  • 51πνευματικός — ή, ό / πνευματικός, ή, όν, ΝΜΑ, και πνευματικός, Ν [πνεύμα, ατος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο πνεύμα (α. «πνευματική επικοινωνία» β. «κινήσεις πνευματικαί», Αριστοτ.) 2. αυτός που αποτελείται από πνεύμα, ο άυλος 3. φρ. α) «πνευματικά… …

    Dictionary of Greek

  • 52πνεύμα — ατος, το / πνεῡμα, ΝΜΑ, και πνέμα Ν 1. η ψυχή και οι λειτουργίες της, ο ψυχικός κόσμος, σε αντιδιαστολή προς τη σάρκα, την ύλη και τον υλικό κόσμο 2. ο νους και οι ικανότητές του, η ευφυΐα, ο λόγος 3. καθετί το άυλο, το ασύλληπτο με τις αισθήσεις …

    Dictionary of Greek

  • 53προεισκρίνω — Α 1. εισάγω προηγουμένως («ὁπηνίκα ἂν εὐαγγελίζωνται οἱ ἄγγελοι τὰς στείρας, οἷον προεισκρίνουσι τῆς συλλήψεως τὰς ψυχάς», Κλήμ. Αλ.) 2. μέσ. προεισκρίνομαι προεισέρχομαι* («ἐπεισκρίνεται δὲ ή ψυχὴ καὶ προεισκρίνεται τὸ ἡγεμονικόν», Κλήμ. Αλ.).… …

    Dictionary of Greek

  • 54σειρήνες — Κατά την ελληνική μυθολογία θαλάσσιοι δαίμονες που ήταν μισές γυναίκες και μισά πουλιά. Αρχικά ήταν πνεύματα του θανάτου (όπως οι Κήρες και οι Ερινύες) που προσπαθούσαν να προσελκύσουν τους ζωντανούς μαγεύοντας τους. Το 12o βιβλίο της Οδύσσειας… …

    Dictionary of Greek

  • 55ταχυδρομείο — Δημόσια υπηρεσία, η οποία μεταφέρει και παραδίδει επιστολές, δέματα, χρήματα, εκεί που προορίζονται μετά την καταβολή ορισμένου τέλους. Τα πρώτα ελληνικά τ. ιδρύθηκαν το 1828 με εντολή του I. Καποδίστρια. Η επινόηση και συστηματοποίηση της… …

    Dictionary of Greek

  • 56φως — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ωτός …

    Dictionary of Greek

  • 57Αγγελικοί — Χριστιανική αίρεση του 4ου αι. στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, την οποία μνημονεύει ο Επιφάνιος Κύπρου και καταδικάζει ο άγιος Αυγουστίνος στο έργο του Περί αιρετικών (De haeresibus).Οι Α. απέδιδαν θεία λατρεία στους αγγέλους και… …

    Dictionary of Greek

  • 58Άγγελος, Κωνσταντίνος — Ονοματεπώνυμο δύο βυζαντινών αξιωματούχων. 1. Αρχηγός του βυζαντινού στόλου στα χρόνια του αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ του Κομνηνού (1143 1180). Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Φιλαδέλφειας (Μ. Ασίας) και νυμφεύτηκε την κόρη του Αλεξίου Α’ …

    Dictionary of Greek

  • 59Αλκιβιάδης — I (Αθήνα 452 – Γρύνιο Φρυγίας 402 π.Χ.).Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός. Δισέγγονος του Κλεισθένη, ανιψιός του Περικλή (ο οποίος μάλιστα τον κηδεμόνευε αρκετά χρόνια, γιατί o πατέρας του Κλεινίας είχε σκοτωθεί στη μάχη της Κορώνειας το 447 π.Χ.) …

    Dictionary of Greek

  • 60Ασίμοφ, Ισαάκ — (Isaac Asimov, 1920 – 1992). Αμερικανός βιοχημικός, καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας, ρωσικής καταγωγής. Η οικογένειά του μετανάστευσε στην Αμερική όταν αυτός ήταν τριών ετών. Σπούδασε βιοχημεία στο πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης.… …

    Dictionary of Greek