ἄβαντες

  • 21γίγαντας — ο (θηλ. γιγάντισσα, η) (AM γίγας, ο) πληθ. Γίγaντες, οι μυθικά παιδιά τής Γαίας, άγρια φυλή που καταστράφηκε από τους θεούς μσν. νεοελλ. 1. υπερβολικά μεγαλόσωμος 2. υπερβολικά δυνατός νεοελλ. 1. ρωμαλέος, ηρωικός 2. (στα παραμύθια) δράκος,… …

    Dictionary of Greek

  • 22Ερέτρια — Παραλιακή κωμόπολη (υψόμ. 5 μ., 3.156 κάτ.) της κεντρικής Εύβοιας. Βρίσκεται στον νότιο Ευβοϊκό κόλπο, ΝΑ της Χαλκίδας. Ιστορία. Η Ε. μαζί με τη Χαλκίδα υπήρξαν οι σπουδαιότερες πόλεις της Εύβοιας στην αρχαιότητα. Η ιστορία της Ε. χάνεται στα… …

    Dictionary of Greek

  • 23Εύβοια — I Νησί (3.658 τ. χλμ., 209.130 κάτ.) που απλώνεται με νοτιοανατολική κατεύθυνση κατά μήκος της βορειοανατολικής ακτής της Στερεάς Ελλάδας. Είναι το δεύτερο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας μετά την Κρήτη. Στα Β του νησιού οι δίαυλοι του Τρίκερι και… …

    Dictionary of Greek