ἁλμυρὸς καὶ π

  • 21-ώδης — ΝΜΑ β συνθετικό επιθέτων τής Αρχαίας Ελληνικής, που ανάγεται στο θέμα οδ τού ρήματος ὄζω* «έχω μυρωδιά, μυρίζω», με έκταση λόγω συνθέσεως. Η αρχική σημασία, ωστόσο, τού β συνθετικού διατηρείται σε ελάχιστα επίθετα στα οποία η σημασία τού α… …

    Dictionary of Greek

  • 22αλμυρότητα — Το βάρος σε γραμμάρια όλων των αλάτων που περιέχονται σε ένα κιλό θαλασσινού νερού. Η περιεκτικότητα αυτή εξαρτάται κυρίως από τοπικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, η Βαλτική θάλασσα που δεν επικοινωνεί με ανοιχτή θάλασσα και δέχεται τα νερά… …

    Dictionary of Greek

  • 23ύφαλος — η, ο / ὕφαλος, ον, ΝΜΑ 1. αυτός που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια τής θάλασσας 2. (το αρσ. και το θηλ. ως ουσ.) ο, η ύφαλος ωκεαν. βραχώδης κοραλλιογενής ή αμμώδης ανύψωση τού θαλάσσιου πυθμένα η οποία καλύπτεται από τα νερά και τής οποίας η… …

    Dictionary of Greek

  • 24Κομμητάς, Στέφανος — (Κωφοί, Αλμυρός 1770; – Πέστη 1830;). Λόγιος, κληρικός και δάσκαλος. Συμπλήρωσε μόνος του τη μέτρια μόρφωσή του, στα σχολεία της πατρίδας του και του Πηλίου, μελετώντας ιδιαίτερα γραμματική και αρχαία κείμενα. Διακρίθηκε ως γραμματοδιδάσκαλος της …

    Dictionary of Greek

  • 25αλμυρώδης — ἁλμυρώδης, ες (Α) [ἁλμυρός] αυτός που αλμυρίζει, ο υφάλμυρος, αλλά και ο αλμυρός (για εδάφη) εμποτισμένος με αλατούχα συστατικά …

    Dictionary of Greek

  • 26υφάλμυρος — η, ο/ ὑφάλμυρος, ον, ΝΜΑ, και υφάρμυρος, η, ο, Ν ο κάπως αλμυρός νεοελλ. ωκεαν. (για θαλάσσιο νερό) αυτός τού οποίου η αλατότητα κυμαίνεται μεταξύ 0,500/00 ώς 170/00. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ἁλμυρός] …

    Dictionary of Greek

  • 27Δροσόπουλος, Ιωάννης — (Σούρπη, Αλμυρός 1870 – Αθήνα 1939). Οικονομολόγος και τραπεζικός. Σταδιοδρόμησε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, στην οποία διορίστηκε το 1888 στο υποκατάστημα της Λαμίας με τον κατώτερο υπαλληλικό βαθμό. Υπηρέτησε διαδοχικά σε όλες τις βαθμίδες …

    Dictionary of Greek

  • 28Liste der Gemeinden Griechenlands — Griechenland gliedert sich seit dem 1. Januar 2011 in 13 Regionen und 325 Gemeinden. Durch das Kallikratis Gesetz wurden 240 Gemeinden durch Zusammenschluss zuvor bestehender kleinerer Gemeinden neu gebildet. Außer Kreta und Euböa sind die… …

    Deutsch Wikipedia

  • 29Liste des communes de Grèce — Avertissement : les traductions du nom des différentes nouvelles entités administratives sont à prendre avec précaution, les dénominations n étant selon toute vraisemblance pas officiellement fixées en français. Voir l avertissement en tête… …

    Wikipédia en Français

  • 30πλημμυρίδα — η / πλημμυρίς, ίδος, ΝΜΑ, και πλήμυρις Α η φάση τής παλίρροιας κατά την οποία η στάθμη τής θάλασσας ανυψώνεται. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. παράγεται από τον τ. πλήμη* «πλημμυρίδα» (< πίμπλημι) πιθ. μέσω ενός αμάρτυρου επιθ. *πλημυρός κατά το σχήμα ἁλμυρίς …

    Dictionary of Greek