ἀστέρος τηλαυγέστερον φάος

  • 1τηλαυγής — Φιλόσοφος από τη Σάμο, γιος του Πυθαγόρα, δάσκαλος του Εμπεδοκλή. Ο Διογένης ο Λαέρτιος γράφει ότι ο Τ. δεν έγραψε κανένα έργο. Άλλες πηγές τον θέλουν συγγραφέα των έργων Τετρακτύς και Περί θεών ή Ιερός λόγος. * * * ές, ΝΜΑ αυτός που φέγγει σε… …

    Dictionary of Greek