1ἀρηίφατος — ἀρηΐφατος , ἀρείφατος slain by Ares masc/fem nom sg (epic) …
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
2αρείφατος — ἀρείφατος κ. ιων. ἀρηΐφατος, ον (Α) 1. αυτός που φονεύθηκε από τον Άρη, που σκοτώθηκε στον πόλεμο 2. πολεμικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < άρειος + φατος < *φατός < θείνω] …
Dictionary of Greek