ἀντίος
31αντιοστατώ — ἀντιοστατώ ( έω) (Α) [αντίος] (για άνεμο) είμαι αντίθετος …
32αντιούμαι — ἀντιοῡμαι ( όομαι) (Α) [αντίος] εναντιώνομαι, αντιστέκομαι …
33καταντίον — και καταντία (Α) επίρρ. ακριβώς απέναντι, κατευθείαν απέναντι («καταντίον δ αὑτοῡ αἱ ἵπποι τετάφαται», Ηρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ἀντίον / ἀντία (< ἀντίος «αυτός που βρίσκεται απέναντι σε κάποιον άλλον»), πρβλ. εν αντίον] …
34κυανόπρωρος — και κυανοπρῴρειος, ον, θηλ. και κυανοπρώειρα και κυανόπρῴρα (Α) (για πλοίο) αυτός που η πλώρη του έχει μαύρο χρώμα (α. «Ἕκτωρ ἴθυσε νεὸς κυανοπρῴροιο ἀντίος ἀΐξας», Ομ. Ιλ. β. «τὰς πέντε νέας κυανοπρῳρείους Αἰγύπτῳ ἐπέλασσε φέρων ἄνεμός τε καὶ… …
35πρόμαντις — άντεως, ὁ, ἡ, ΝΑ, και ιων. τ. γεν. άντιος Α [μάντις] μάντης, προφήτης …
36ἀντίαν — ἀντίᾱν , ἀντίος set against fem acc sg (attic doric aeolic) ἀ̱ντίᾱν , ἀντιάω go for the purpose of meeting imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἀ̱ντίᾱν , ἀντιάω go for the purpose of meeting imperf ind act 1st sg (doric aeolic) ἀντίᾱν ,… …
37ἀντίοι — ἀντίοῑ , ἀντάω come opposite to pres opt act 3rd sg (epic doric ionic) ἀντίος set against masc nom/voc pl …
38ἀντίοις — ἀντάω come opposite to pres opt act 2nd sg (epic doric ionic) ἀντίον neut dat pl ἀντίος set against masc/neut dat pl …
39ἀντίου — ἀντίον neut gen sg ἀντίος set against masc/neut gen sg …
40ἀντίῳ — ἀντίον neut dat sg ἀντίος set against masc/neut dat sg …