ἀλφάβητος
1ἀλφάβητος — alphabet masc nom sg …
2αλφάβητος — η (Μ ἀλφάβητος) βλ. αλφάβητο …
3Αλφάβητος κατανυκτικός και ψυχωφελής περί του ματαίου κόσμου τούτου — Ποίημα 120 δεκαπεντασύλλαβων στίχων θρησκευτικού περιεχομένου. Οι στίχοι του είναι άλλοτε ομοιοκατάληκτοι και άλλοτε όχι, και διαιρούνται σε 24 πεντάστιχες στροφές με αλφαβητική ακροστιχίδα. Το ποίημα αυτό, έργο άγνωστου λογίου της μεταβυζαντινής …
4Αλφάβητος της ξενιτείας — Ποιητικό έργο ανώνυμου ποιητή της μεταβυζαντινής εποχής, σε πολιτικούς ανομοιοκατάληκτους στίχους. Το ποίημα, που δεν σώθηκε ολόκληρο, είναι έργο των αρχών του 15ου αι. και έχει μόνο γραμματολογικό ενδιαφέρον. Είναι γραμμένο στη δημοτική …
5ἀλφαβήτου — ἀλφάβητος alphabet masc gen sg …
6ἀλφαβήτων — ἀλφάβητος alphabet masc gen pl …
7ἀλφαβήτῳ — ἀλφάβητος alphabet masc dat sg …
8ἀλφάβητον — ἀλφάβητος alphabet masc acc sg …
9αλφάβητο — Κάθε σύστημα γραφής μιας γλώσσας, με την ευρεία έννοια. Πιο ειδικά, είναι το σύνολο των σημείων που χρησιμοποιούνται για τις αλφαβητικές γραφές, οι οποίες διακρίνονται από τις ιδεογραφικές ή τις συλλαβογραφικές. Στην αλφαβητική γραφή, κάθε απλός… …
10αλφαβητάριο — Εγχειρίδιο για τη διδασκαλία της ανάγνωσης και της γραφής στα παιδιά. Επειδή το α. αποτελεί το πρώτο στοιχειώδες πνευματικό βοήθημα του παιδιού και συγχρόνως ένα από τα πρώτα μέσα αισθητικής αγωγής του, γι’ αυτό η συγγραφή του θα πρέπει να… …