ἀγρεύς
1Ἀγρεύς — masc nom sg …
2ἀγρεύς — hunter masc nom sg …
3αγρεύς — Προσωνύμιο του Απόλλωνα σχετικό προς το κυνήγι (άγρα). Επώνυμο επίσης και του Αρισταίου, γιου του Απόλλωνα, του Βάκχου και του Ποσειδώνα. Στην Αττική, Α. ονομαζόταν o Παν, ως θεός των αγρών. * * * ἀγρεύς ( έως), ο (Α) ο κυνηγός, και ως επίθετο… …
4Ἀγρεῖς — Ἀγρεύς masc acc pl Ἀγρεύς masc nom/voc pl (parad form) …
5Ἀγρέω — Ἀγρεύς masc acc sg (epic ionic) Ἀγρεύς masc gen sg (epic ionic) …
6Ἀγρεῖ — Ἀγρεύς masc dat sg …
7Ἀγρεῦ — Ἀγρεύς masc voc sg …
8Ἀγρεῦσι — Ἀγρεύς masc dat pl …
9Ἀγρέες — Ἀγρεύς masc nom/voc pl (epic ionic) …
10ἀγρέες — ἀγρεύς hunter masc nom/voc pl (epic ionic) …
Страницы