ἀγαθοποιοῦ

  • 1ἀγαθοποιοῦ — ἀ̱γαθοποιοῦ , ἀγαθοποιέω do good imperf ind mp 2nd sg (attic doric aeolic) ἀγαθοποιέω do good pres imperat mp 2nd sg (attic) ἀγαθοποιέω do good imperf ind mp 2nd sg (attic doric aeolic) ἀγαθοποιός beneficent masc/fem/neut gen sg …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …

    Dictionary of Greek