ἀέθλων πτερά

  • 1φτερό — Καθένας από τους κεράτινους σχηματισμούς του δέρματος που, μαζί με τα πούπουλα, καλύπτουν το σώμα των πουλιών. Σε ένα φ. διακρίνονται ο άξονας ή μεσαίο στέλεχος και το γένειο. Το κατώτερο μέρος του άξονα, που ονομάζεται κάλαμος, είναι κοίλο,… …

    Dictionary of Greek

  • 2PINNAE — in avibus, extimae pennae sunt, sicut intimae plumae. Appuleius, in Floridis, Color psutaeo viridis et intimis plumulis et extimis pinnidis: ad quem locum vide Salmas. Exercit. Plin. p. 1014. E cuiusmodi pinnis Musas coronam habuisse, docet… …

    Hofmann J. Lexicon universale