ϑύρας

  • 121Μιστράς — I Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, έξι χιλιόμετρα ΒΔ της Σπάρτης, ερειπωμένη σήμερα, η οποία στάθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας για δύο αιώνες και τα ερείπιά της αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού …

    Dictionary of Greek

  • 122Μουσείο, Αρχαιολογικό Αγρινίου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Αγρινίου χτίστηκε με δωρεά των αδελφών Παπαστράτου στη νοτιοανατολική γωνία του Παπαστράτειου πάρκου και εγκαινιάστηκε το 1969 (Διαμαντή 1, Αγρίνιο). Αποτελείται από δύο αίθουσες κι ένα μικρό προθάλαμο, όπου εκτίθενται… …

    Dictionary of Greek

  • 123Μπενότσο Γκότσολι — (Benozzo Gozzoli, Φλωρεντία 1420 – Πιστόια 1497). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ιταλού ζωγράφου Μπενότσο ντι Λέζε (το ψευδώνυμό του οφείλεται στον Βαζάρι). Ήταν αρχικά συνεργάτης του Γκιμπέρτι στην κατασκευή της δεύτερης θύρας του βαπτιστήριου της… …

    Dictionary of Greek

  • 124Ντέλα Ρόμπια, Λούκα — (Luca Della Robbia, Φλωρεντίνα 1400 – 1482). Ιταλός γλύπτης και πηλοπλάστης.Υπήρξε ένας από τους πιο ενδιαφέροντες γλύπτες της Φλωρεντίας του 15ου αι. Εκπροσωπεί μια από τις κλασικίζουσες τάσεις της τοσκανικής γοτθικής τέχνης, αλλά διαφέρει από… …

    Dictionary of Greek

  • 125ρομανική τέχνη — Από τα τέλη του 10ου έως τα τέλη του 12ου αι., εκδηλώθηκε στην Ευρώπη μια κίνηση για το ξαναζωντάνεμα όλων των τεχνών και πρώτα πρώτα της αρχιτεκτονικής, που πήρε το όνομα ρομανική. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε αρχικά με την ίδια ορολογική αξία …

    Dictionary of Greek

  • 126Σαλμανασάρ — Όνομα βασιλιάδων της Ασσυρίας, κυριότεροι από τους οποίους ήταν οι εξής: 1. Ο A’. Γιος και διάδοχος του Αντάντ Νιραρί A’ (περ. 1273 περ. 1244 π.Χ.). Κατάκτησε τη Ν. Αρμενία, τη Β. Μεσοποταμία και τη Δ. Μικρά Ασία, και αφαίρεσε την Καρκεμίς από… …

    Dictionary of Greek

  • 127Χέι, Τζον — (Hay, 1838 – 1905). Αμερικανός συγγραφέας και πολιτικός. Όταν αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο του Μπράουν, εξάσκησε αρχικά το επάγγελμα του δικηγόρου στο Σπρίγκφιλντ, αλλά λίγο αργότερα όταν ανέλαβε πρόεδρος των ΗΠΑ ο Αβραάμ Λίνκολν, διορίστηκε… …

    Dictionary of Greek

  • 128θυρωρός — ο φύλακας της θύρας …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)