Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

ωκεάνιος

См. также в других словарях:

  • ωκεάνιος — α, ο αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ωκεανό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ζωστήρας — ο (AM ζωστήρ) 1. η ζώνη που περιβάλλει τη μέση, το ζωνάρι 2. καθετί που περιβάλλει σαν ζώνη κάτι άλλο 3. φρ. ιατρ. «ζωστήρας ή έρπης ζωστήρας» εξάνθημα τού δέρματος, είδος φυσαλλώδους δερματικής εκθύσεως νεοελλ. 1. η στρατιωτική ζώνη από την… …   Dictionary of Greek

  • παρωκεάνιος — α, ο / παρωκεάνιος, ον, ΝΜΑ αυτός που βρίσκεται ή κατοικεί κοντά σε ωκεανό (α. «παρωκεάνιοι πληθυσμοί» β. «οἱ μὲν παρωκεάνιοι πάντες ἀμαχεὶ προσεχώρησαν», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + ὠκεανός + κατάλ. ιος (πρβλ. υπερ ωκεάνιος)] …   Dictionary of Greek

  • υδροβατίδες — (Hydrobatidae). Οικογένεια πτηνών της τάξης των ρινοτρυπόμορφων. Στην οικογένεια αυτή ανήκουν 23 είδη θαλάσσιων αποκλειστικά πτηνών, τα οποία απαντούν σε όλους τους ωκεανούς του κόσμου. Τρέφονται από οργανισμούς που επιπλέουν στην επιφάνεια της… …   Dictionary of Greek

  • φλοιός — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται το εξωτερικό περίβλημα του κορμού ή των κλαδιών του δέντρου, το περίβλημα των καρπών, το εξωτερικό στρώμα της γήινης σφαίρας, η φαιά ουσία που περιβάλλει τα ημισφαίρια του εγκεφάλου, η εξωτερική στιβάδα των… …   Dictionary of Greek

  • ωκεανικός — ή, ό, Ν ωκεάνιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ωκεανός. Η λ. μαρτυρείται από το 1854 στον Στ. Σταθόπουλο] …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • Δαλάι Λάμα — Τίτλος του εκάστοτε πνευματικού και –μέχρι το 1950– πολιτικού αρχηγού του Θιβέτ, που θεωρείται ζωντανή ενσάρκωση του βοδισάτβα Αβαλοκιτεσβάρα (συμβόλου μίας από τις πιο ανθρώπινες πράξεις του Βούδα, δηλαδή του ελέους) ή Παντμαπάνι. Αρχικά ο Δ.Λ …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»