χρυσᾰ
1Χρύσα — Χρύσᾱ , Χρύση fem nom/voc/acc dual Χρύσᾱ , Χρύση fem nom/voc sg (doric aeolic) Χρύσᾱ , Χρύσης masc nom/voc/acc dual Χρύσης masc voc sg Χρύσᾱ , Χρύσης masc gen sg (doric aeolic) Χρύσης masc nom sg (epic) …
2Χρύσα — Sp Chrisà Ap Χρύσα/Chrysa L ŠR Graikija …
3Χρυσᾶ ὄρη ὑπισχνεῖσθαι. — χρυσᾶ ὄρη ὑπισχνεῖσθαι. См. Золотые горы сулить …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
4Χρύσα — Oνομασία 2 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ.) του νομού Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ξάνθης. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 145 μ.), στην πρώην επαρχία Αλμωπίας, του νομού Πέλλης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τσάκων …
5χρυσᾶ — χρῡσᾶ , χρύσεος golden neut nom/voc/acc pl (attic) χρῡσᾶ , χρύσεος golden fem nom/voc/acc dual (attic) …
6Χρύσας — Χρύσᾱς , Χρύση fem acc pl Χρύσᾱς , Χρύση fem gen sg (doric aeolic) Χρύσᾱς , Χρύσης masc acc pl Χρύσᾱς , Χρύσης masc nom sg (epic doric aeolic) …
7Χρύσαν — Χρύσᾱν , Χρύση fem acc sg (doric aeolic) Χρύσᾱν , Χρύσης masc acc sg (epic doric aeolic) Χρύσης masc acc sg …
8χρυσαφίου — χρυσᾱφίου , χρυσάφιον neut gen sg …
9χρυσαφίωι — χρυσᾱφίῳ , χρυσάφιον neut dat sg …
10χρυσαφίων — χρυσᾱφίων , χρυσάφιον neut gen pl …