χερσόνησος

  • 121Προποντίδα — Κλειστή θαλάσσια περιοχή μεταξύ του Ευξείνου Πόντου και του Αιγαίου, που μοιάζει με λίμνη. Έχει επιφάνεια 12.000 τ. χλμ. και με δυο μεγάλους πορθμούς τον Βόσπορο και τον Ελλήσποντο, επικοινωνεί με τον Εύξεινο Πόντο και το Αιγαίο πέλαγος,… …

    Dictionary of Greek

  • 122Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …

    Dictionary of Greek

  • 123Χαλκίδα — Πόλη (51.646 κάτ.) της Εύβοιας, πρωτεύουσα του νομού. Είναι χτισμένη στη δυτική ακτή του νησιού και στο πλησιέστερο σημείο της (περίπου 40 μ.) προς την ακτή της Βοιωτίας (όπου άλλωστε έχει απλωθεί η X. και όπου υπάρχει και ο σιδηροδρομικός… …

    Dictionary of Greek

  • 124Χερσονησίτης — και Χερρονησίτης, ὁ, Α 1. ο κάτοικος τής Θρακικής Χερσονήσου 2. ως επίθ. αυτός που προέρχεται από τη Θρακική Χερσόνησο («τυροῡ Χερρονησίτου», Αθήν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < χερσόνησος / χερρόνησος + κατάλ. ίτης* (πρβλ. πολ ίτης)] …

    Dictionary of Greek

  • 125έρημος — Με τον όρο έ. εννοείται στη φυσική γεωγραφία μια περιοχή με ξηρό κλίμα που χαρακτηρίζεται από μεγάλη σπανιότητα ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων (το μέγιστο ετήσιο ύψος βροχής ανέρχεται γενικά σε 200 250 χιλιοστά), τα οποία κατανέμονται πολύ… …

    Dictionary of Greek

  • 126αιμός — I Ορεινό σύστημα της νότιας Ευρώπης, το οποίο εκτείνεται με κατεύθυνση από τα Α προς τα Δ, κυρίως στο κεντρικό τμήμα της Βουλγαρίας. Οι οροσειρές αυτές, που εκτείνονται σχεδόν παράλληλα προς τη ροή του Δούναβη σε μήκος 600 χλμ., φτάνουν προς τα Δ …

    Dictionary of Greek

  • 127ακρωτήρι — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 120 μ., 450 κάτ.) της Σαντορίνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θήρας του νομού Κυκλάδων. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νησιού. Στην περιοχή, από ανασκαφές που άρχισαν το 1967 και συνεχίζονται ακόμη, ανακαλύφθηκε… …

    Dictionary of Greek

  • 128δάσος — Έκταση ακαλλιέργητου εδάφους, στο οποίο αναπτύσσονται ελεύθερα δέντρα με ψηλό κορμό, σε ενώσεις με άλλες βλαστικές μορφές, όπως είναι οι θάμνοι, οι πόες και τα θαλλόφυτα, που διατάσσονται σε ορόφους και από τους οποίους ο ανώτερος συγκροτείται… …

    Dictionary of Greek