χειμάρροι
1χειμάρροι — χειμάρρους masc/fem nom/voc pl …
2Χείμαρροι — Χείμαρρος winter flowing masc nom/voc pl …
3χείμαρροι — χείμαρρος winter flowing masc/fem nom/voc pl χειμάρρους masc/fem nom/voc pl …
4Αττική — I Ιστορική, διοικητική και γεωγραφική περιοχή (3.808 τ. χλμ., 3.761.810 κάτ.), το νοτιοανατολικό άκρο της Στερεάς Ελλάδας, από την οποία τη χωρίζουν ο Κιθαιρώνας (1.409 μ.) και η Πάρνηθα (1.413 μ.). Από τη γραμμή αυτή των δύο βουνών (μήκους 40… …
5Υεμένη — Η Yεμένη βρίσκεται στο νότιο άκρο της Aραβικής Xερσονήσου. Συνορεύει με τη Σαουδική Aραβία στα βόρεια και το Oμάν στα ανατολικά.Συνορεύει με τη Σαουδική Aραβία στα βόρεια και το Oμάν στα ανατολικά.Oι πρώτοι μουσουλμάνοι που ζούσαν γύρω από τη… …
6ГРЕЦИЯ — • Graecĭa, η̉ Έλλάς, граничит на северо западе с греческой Иллирией, на севере с Македонией, а на остальных трех сторонах образует границу, моря на западе Ионийское, на юге и востоке Эгейское. Она разделяется по географическому… …
7γέφυρα — Τεχνικό έργο που εκτείνεται σε όλο το πλάτος ενός δρόμου, όταν διακόπτεται για ένα διάστημα η συνέχεια του αναχώματος, είτε εξαιτίας των εμποδίων που δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθούν, όπως είναι για παράδειγμα τα υδάτινα ρεύματα, μία χαράδρα ή οι …
8ζάγρος — (Zagros). Ορεινό συγκρότημα (ψηλότερη κορυφή 4.432 μ.) της δυτικής Ασίας, που ορίζει από τα Δ και τα Ν το ιρανικό οροπέδιο. Εκτείνεται από την Αρμενία έως το Βελουχιστάν και δεσπόζει του βαθυπέδου της Μεσοποταμίας, του Περσικού κόλπου και του… …
9θαμβώ — (I) θαμβῶ, έω (Α) [θάμβος] 1. κατέχομαι από θάμβος, εκπλήττομαι, μένω έκθαμβος («oἱ δὲ ἰδόντες θάμβησαν», Ομ. Ιλ.) 2. εκπλήσσω κάποιον, κάνω κάποιον έκθαμβο («χείμαρροι ἀνομίας ἐθάμβησάν με», ΠΔ) 3. (η μτχ. παθ. παρακμ.) τεθαμβημένος, η, ον… …
10κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …