φθῑα

  • 41Ευρυτίων — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κένταυρος της Θεσσαλίας. Μέσα στη μέθη του συμπεριφέρθηκε με απρέπεια στον οίκο του Πειρίθη. Γι’ αυτό τιμωρήθηκε από τους Λάπιθες με αποκοπή της μύτης και των αφτιών του. Έτσι δόθηκε η αφορμή του πολέμου ανάμεσα… …

    Dictionary of Greek

  • 42Ίρα ή Ιρά — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Λέσβου. Πήρε την ονομασία της από τον ήρωα Ίρο. 2. Πόλη των Μαλιέων. Πήρε την ονομασία της από τον Ίρο. Ο τελευταίος ήταν πατέρας της Χρυσίππης, πεθερός του Φθία και παππούς του Δευκαλίωνα. 3. Πόλη της… …

    Dictionary of Greek

  • 43Λαρίσης, νομός — Διοικητική διαίρεση (5.555 τ. χλμ., 279.305 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, στο βορειοανατολικό της τμήμα. Συνορεύει στα Β με τους νομούς Πιερίας και Κοζάνης, στα Δ με τους νομούς Γρεβενών, Τρικάλων και Καρδίτσης, στα Ν με τους νομούς Φθιώτιδος… …

    Dictionary of Greek

  • 44Μενοίτιος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος του Ιαπετού και της Κλυμένης ή της Ασίας. Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ήταν ο πιο τολμηρός από τους Τιτάνες. Αδέλφια του υπήρξαν ο Προμηθέας, ο Επιμηθέας και ο Άτλας. Όπως αναφέρουν ο… …

    Dictionary of Greek

  • 45Πάτροκλος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ένας από τους γιους του Ηρακλή με τη θεσπιάδα Πυρίππη. Τον σκότωσε η μητέρα του με την προτροπή του πατέρα της. 2. Ομηρικός ήρωας, φίλος του Αχιλλέα. Γιος του αργοναύτη Μενοιτίου, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει,… …

    Dictionary of Greek

  • 46Φάρσαλα — Πόλη (9.801 κάτ. υψόμ. 160 μ.) της Θεσσαλίας, στον νομό Λαρίσης, πρωτεύουσα της πρώην ομώνυμης επαρχίας της οποίας συγκεντρώνει την οικονομική δραστηριότητα. Τα Φ. είναι έδρα δήμου (66 τ. χλμ.). Η παράδοση συνδέει τα Φ. με την ομηρική Φθία και… …

    Dictionary of Greek

  • 47Ψαμάθη — Όνομα 2 μυθικών προσώπων. 1. Νηρηίδα, σύζυγος του Αιακού, από τον οποίο γέννησε τον Φώκο, επώνυμο των Φωκέων. Οι ετεροθαλείς αδελφοί του Φώκου, Πηλέας και Τελαμώνας, τον σκότωσαν εξαιτίας της υπεροχής του στους γυμνικούς αγώνες, οπότε η Ψ.… …

    Dictionary of Greek

  • 48φθίηι — φθίῃ , φθία to Phthia fem dat sg (epic ionic) φθίῃ , φθίω ks̥i aor subj mid 2nd sg (epic) φθί̱ῃ , φθίω ks̥i pres subj mp 2nd sg φθί̱ῃ , φθίω ks̥i pres ind mp 2nd sg φθί̱ῃ , φθίω ks̥i pres subj act 3rd sg φθί̱ῃ , φθῖος to Phthia fem dat sg (epic… …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)