φθιῶτ'
1Φθιῶτ' — Φθῑῶτα , Φθιώτης to Phthia masc voc sg Φθῑῶτα , Φθιώτης to Phthia masc nom sg (epic) Φθῑῶται , Φθιώτης to Phthia masc nom/voc pl Φθῑῶτι , Φθιῶτις to Phthia fem voc sg …
2φθιῶτ' — φθιῶτα , φθιώτης to Phthia masc voc sg φθιῶτα , φθιώτης to Phthia masc nom sg (epic) φθιῶται , φθιώτης to Phthia masc nom/voc pl …
3Φθιώτης — ό, θηλ. Φθιώτις, ώτιδος, Α 1. ο κάτοικος τής Φθίας, πόλης τής Θεσσαλίας 2. το θηλ. α) μία από τις τέσσερεις περιοχές τής Θεσσαλίας β) (συνήθως σε συνεκφορά με τη λ. Ἀχαΐα) περιοχή γύρω από την Όθρυ, που αποτελούσε το νοτιοανατολικό τμήμα τής… …