φησίν
51PAZ — in Cantico Cantic. c. 5. v. 11. Caput eius Kethem Paz, quod quidam reddunt, aurum optimum, nomen loci, ubi optimi secundum illos auri copia: unde Kethem Paz iis massam significat auri purissimi, quale est ἄπεφθον; quomodo Arrianus in Indicis… …
52PHANTASIAE — propie sunt τῆς μανίας, furoris. Theophrastus de strychno, Δέδοται δε αὐτῆς ἐὰν μὲν οὕτως ὥςτε παίζειν, καὶ δοκεῖν ἑαυτῷ κάλλιςτον εἶναι, δραχμὴ ςταθμῷ. Ε᾿ὰν δε μᾶλλον μαίνεςθαι, καὶ φαντασιας τινὰς φαίνεςθαι, δύο δραχμαί. Si quis velit facere,… …
53SALAMIS vel SALAMIN — SALAMIS, vel SALAMIN hodie Coluri, teste Sophianô, insula sinus Saronici, inter Peloponnesum et Atticam, Aeginae proxima. Dionysius v. 511. Πρόςθε δὲ Σουνιάδος κορυφῆς, ἐφύπερθεν Α᾿βάντων Φαίνονται Σαλαμίς τε καὶ Αἰγίνης πτολιέθρον. Olim Cychria …
54SANCUS — Deus Sabinorum. Dionys. Halicarn. l. 2. p. 113. Κάτων δὲ Πόρκιος τὸ μὲν ὄνομα τῷ Σαβίνων ἔθνει τεθῆνάι φησιν ἐπὶ Σαβίνου τȏυ Σάγκου, δαίμονος ἐπιχωρίου. Τοῦτον δὲ τὸν Σάγκον ὑπό τινων Πίςτιον καλεῖςθαι Δία. Sil. Italicus l. 8. v. 421. ubi de… …
55SINOPE — I. SINOPE Amazonum una, a qua urbi nomen, de qua infra. II. SINOPE colonia et urbs maritima Paphlagoniae, πόλις διαφανεςτάτη τȏυ πόντου, urbs Ponti illustrissima, Strab. l. 12. inter Cytorum ad occasum 100. mill. pasl. et Amisum ad Eurum paulo… …
56THEBAIS — I. THEBAIS insigne Statii opus, totis 12. annis summâ curâ ab eo elaboratum. Nomen autem habet ab argumento, eod quod bellum contineat inter Eteoclem et Polynicem ad Thebas gestum, in quo duo fratres mutuis vulneribus perierunt. Iuvenal. Satyr. 7 …
57THYSIAS — Graece θυσιὰς, vox olim Baccharum vociferantium. Hesychius, Θυσιάδες, ἔνθεοι. τὴν τῶ Βακχῶν φωνην` θυσιάδα φησὶν. Unde Θυὰς, i. e. furens, Baccharum nomen. Lutatius ad Papinium Theb. l. 5. v. 92. Thyas est Baccha, ἀπὸ θυσιάδος, ἢ θύειν Idem… …
58επιτάσσω — (Α ἐπιτάσσω και αττ. τ. ἐπιτάττω) [τάσσω] τοποθετώ, παρατάσσω πίσω από άλλο («ὄπισθεν δὲ τοῡ πεζοῡ ἐπέταξε πᾱσαν τὴν ἵππον», Ηρόδ.) νεοελλ. 1. επιβάλλω, υπαγορεύω, προστάζω 2. εκτελώ επίταξη* αρχ. 1. προστάζω, διατάζω, παραγγέλλω (α. «καὶ πάντως… …
59επτά — και εφτά (AM ἑπτά) (απόλ. αριθμ.) 1. ο αριθμός που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο μεταξύ τού έξι και τού οκτώ 2. χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο πλήθος, αμέτρητες φορές (α. «στό είπα εφτά φορές» β. «ὁ γὰρ ἑπτά ἀριθμός παρὰ τῇ …
60ετυμολογώ — (ΑΜ ἐτυμολογῶ, έω) [ετυμολόγος] αναλύω μια λέξη και βρίσκω την ετυμολογία της («Πλάτων δ ἐν κρατύλῳ ἐτυμολογῶν τὸν οἶνον οἰόνουν αὐτόν φησιν εἶναι», Αθήν.) συνάγω, συμπεραίνω κάτι από την ετυμολογία …