τῷ λόγῳ τὸ ὄν
1-λογώ — (AM λογῶ, έω) β΄ συνθετικό ρημάτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, τα οποία αρχικά σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος (πρβλ. αισχρολογώ < αισχρολόγος), ενώ στη συνέχεια το β συνθετικό λογώ λειτούργησε ως παραγωγική κατάληξη, με αποτέλεσμα να… …
2λογώ — (I) άω (Α λογῶ, άω ή έω) [λόγος] νεοελλ. λογαριάζω, στοχάζομαι αρχ. 1. επιθυμώ να ομιλώ 2. πιθ. υπολογίζω. (II) λογώ, όω (Α) [λόγος] 1. εισάγω τον λόγο σε κάτι 2. καθιστώ κάτι συμμετρικό 3. μέσ. λογοῡμαι, όομαι α) είμαι λογικός β) γίνομαι μέτοχος …
3λόγω — επίρρ. τροπ., εξαιτίας, διότι υπάρχει …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
4λογῶ — λογάω to be fond of talking pres imperat mp 2nd sg λογάω to be fond of talking pres subj act 1st sg (attic epic ionic) λογάω to be fond of talking pres ind act 1st sg (attic epic ionic) λογάω to be fond of talking pres subj act 1st sg (attic epic …
5λογῷ — λογάω to be fond of talking pres opt act 3rd sg …
6λόγω — λόγος computation masc nom/voc/acc dual λόγος computation masc gen sg (doric aeolic) λογόω introduce pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) λογόω introduce imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) …
7λόγῳ — λόγος computation masc dat sg …
8λόγωι — λόγῳ , λόγος computation masc dat sg …
9κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …
10Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …