τῶν τετρακοσίων

  • 11πεμπτός — ή, ό / πεμπτός, ή, όν, ΝΑ [πέμπω] σταλμένος, απεσταλμένος («ἀπὸ τών τετρακοσίων πεμπτοὶ πρέσβεις», Θουκ.) …

    Dictionary of Greek

  • 12Αλεξικλής — (5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ολιγαρχικός, από τους αρχηγούς της στάσης του 411 π.Χ., με την οποία ανατράπηκε το δημοκρατικό πολίτευμα και επιβλήθηκε η Βουλή των Τετρακοσίων. Όταν η Βουλή αυτή καταργήθηκε, ο Α. και ο συναρχηγός του Πείσανδρος… …

    Dictionary of Greek

  • 13Κάλλαισχρος — (περ. 490 – ; π.Χ.). Aθηναίος πολιτικός. Ήταν προπάππος του Πλάτωνα από τη μητέρα του, καταγόταν από τη γενιά του Σόλωνα και ήταν πατέρας του Κριτία, ενός από τους Τριάντα τυράννους. Κλασικοί συγγραφείς αναφέρουν ότι ανήκε στη βουλή των… …

    Dictionary of Greek

  • 14Μουσείο Ιστορίας του Κυπριακού Νομίσματος — Στεγάζεται σε ένα μικρό χώρο του ισογείου στο κτίριο διοίκησης της Τράπεζας Κύπρου (Στασίνου 51, Αγία Παρασκευή Λευκωσίας). Η πλούσια συλλογή παρουσιάζεται σε εννέα ιστορικές ενότητες, που συνοδεύονται από ενημερωτικά κείμενα. Τα νομίσματα… …

    Dictionary of Greek

  • 15Πείσανδρος — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος δημαγωγός, που το 411 π.Χ. πρωτοστάτησε στη μεταβολή του πολιτεύματος στην Αθήνα. Ζητούσε να γίνει μία βουλή Τετρακοσίων, αλλά η μεταρρύθμιση αυτή δεν κράτησε παρά λίγους μήνες μόνο, και ο Π.… …

    Dictionary of Greek