τῆς ὥρας

  • 21Μάρινερ — (Mariner). Ονομασία αμερικανικών διαστημοπλοίων, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την εξερεύνηση των εγγύτερων προς τη Γη πλανητών του ηλιακού συστήματος (Ερμή, Αφροδίτης και Άρη). Ειδικότερα, το Μ. 1 εκτοξεύθηκε στις 22 Ιουλίου 1962 με αποστολή να… …

    Dictionary of Greek

  • 22τέταρτο — το ουδ. τακτ. αριθμ. 1. ένα από τα τέσσερα ίσα μέρη στα οποία διαιρέθηκε κάτι: Τέταρτο της ώρας (15 της ώρας). 2. μουσικό σημείο χρονικής διάρκειας που αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο του ολόκληρου. 3. ξύλινο δοχείο πλοίου, που χωρά το ένα τέταρτο… …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 23ήπαρ — Με την ονομασία αυτή αναφέρεται συνήθως στα ιατρικά συγγράμματα το συκώτι, όργανο που βρίσκεται στον δεξιό υποδιαφραγματικό χώρο μεταξύ του διαφράγματος και του εγκάρσιου κόλου· εντοπίζεται στο ανώτερο τμήμα του επιγαστρίου, μπροστά στο πάνω… …

    Dictionary of Greek

  • 24ύπνος — Φυσιολογικό φαινόμενο, που χαρακτηρίζει όλα τα ανώτερα ζώα και συνίσταται σε αυτόματη αναστολή των νευρικών και ψυχικών δραστηριοτήτων, που μας συνδέουν με τον εξωτερικό κόσμο. Στη διάρκεια του ύ. είναι ελαττωμένα ο μυϊκός τόνος, η αρτηριακή… …

    Dictionary of Greek

  • 25δευτερόλεπτο — Μία από τις θεμελιώδεις μονάδες του Διεθνούς Συστήματος Μονάδων (SI), που ορίζεται ως η διάρκεια 9.192.631.770 περιόδων ακτινοβολίας της αντίστοιχης μετάπτωσης ανάμεσα σε δύο υπέρλεπτες στάθμες της βασικής κατάστασης του ατόμου του καισίου 133Cs …

    Dictionary of Greek

  • 26άιξ — (Αστρον.). Ο αστέρας α Ηνίοχου. Είναι ο λαμπρότερος αστέρας του αστρικού αυτού σχηματισμού και ένας από τους λαμπρότερους σε όλο τον ουρανό. Η ονομασία προέρχεται από το γεγονός ότι το αστρικό αυτό συγκρότημα απεικονίζει στον ουρανό έναν άντρα… …

    Dictionary of Greek

  • 27αιξ — (Αστρον.). Ο αστέρας α Ηνίοχου. Είναι ο λαμπρότερος αστέρας του αστρικού αυτού σχηματισμού και ένας από τους λαμπρότερους σε όλο τον ουρανό. Η ονομασία προέρχεται από το γεγονός ότι το αστρικό αυτό συγκρότημα απεικονίζει στον ουρανό έναν άντρα… …

    Dictionary of Greek

  • 28Αιγινήτης, Δημήτριος — (Αθήνα 1862 – 1934). Αστρονόμος και πανεπιστημιακός. Διευθυντής του Εθνικού Αστεροσκοπείου επί 44 χρόνια (1890 1934), καθηγητής της αστρονομίας και της μετεωρολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνων επί 38 χρόνια (1896 1934), μέλος της Ακαδημίας Αθηνών… …

    Dictionary of Greek

  • 29ζωοοικολογία — Συνοπτική ονομασία των γενικών αρχών που κυβερνούν το περιβάλλον και ειδικότερα των σχέσεων μεταξύ των οργανισμών, με ιδιαίτερη έμφαση στο ζωικό βασίλειο. Άλλωστε, τα ζώα αντιπροσωπεύονται από περισσότερα από ένα εκατομμύριο είδη, ενώ τα φυτά… …

    Dictionary of Greek

  • 30Χουκ, Ρόμπερτ — (Hooke, Νήσος του Ουάιτ 1635 – Λονδίνο 1703). Άγγλος επιστήμονας. Σπούδασε στην Οξφόρδη όπου έγινε βοηθός του Μπόιλ. Εργάστηκε ως ερευνητής στη Βασιλική Εταιρεία και ονομάστηκε γραμματέας της. Τέλος, του ανέθεσαν την έδρα της γεωμετρίας στο… …

    Dictionary of Greek